Σάββατο 24 Μαρτίου 2018

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΙΩΝ


Τὰ τῆς νίκης σύμβολα.

Ὁ τελευταῖος πρὸ τῆς τελικῆς εὐθείας σταθμὸς στὸ «Στάδιο τῶν ἀρετῶν», ἡ Κυριακὴ τῶν Βαΐων, ἡ λαμπρὰ αὐτὴ καὶ ἔνδοξος πανήγυρις τῆς θριαμβευτικῆς εἰσόδου τοῦ Ἰησοῦ στὰ Ἱεροσόλυμα, ἔχει πρωταγωνιστές, ὅσο περίεργο κι’ ἂν φαίνεται, νήπια καὶ θηλάζοντα, ἀνήλικα καὶ ἀγαθὰ παιδιά, «παῖδας ἀπειροκάκους», ποὺ μὲ τοὺς κλάδους βαΐων στὰ χέρια καὶ τὰ «ὡσαννὰ τῷ Υἱῷ Δαυΐδ» ἔδωσαν στὴν πανήγυρη αὐτὴ ἕνα ἰδιαίτερο νόημα καὶ χρῶμα.


Κατὰ τὴν εἴσοδο στὰ Ἱεροσόλυμα ὑποδέχθηκαν τὸν Ἰησοῦ μυριάδες λαοῦ, ὥστε «… εἰσελθόντος αὐτοῦ εἰς Ἱεροσόλυμα ἐσείσθη πᾶσα πόλις…» (Ματθ. 21, 19). Τὴν παράσταση ὅμως ἔκλεψαν οἱ «ἀπειρόκακοι παῖδες», γιὰ τοὺς ὁποίους κάνουν ἰδιαίτερη μνεία καὶ οἱ τέσσαρες Εὐαγγελιστές, ἀφήνοντας καθαρὰ νὰ ἐννοηθεῖ, ὅτι ἡ ἔντονη παρουσία τῶν παίδων αὐτῶν ἦταν μέσα στὸ θεῖο Σχέδιο.

Ἡ ἀντίληψη αὐτὴ ἀποτελεῖ σήμερα τὴν Κεντρικὴ Ἰδέα τῶν ὕμνων τῆς ἡμέρας, ποὺ ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἰδιαίτερη ἀρτιότητα καὶ ὀμορφιὰ τους εἶναι μεστοὶ ἀπὸ συμβολισμούς, σὲ μερικοὺς ἀπὸ τοὺς ὁποίους θὰ σταθοῦμε στὴν παροῦσα προσπάθεια ἑρμηνείας τους.

Ἐπιλέγει ὁ Ἰησοῦς νὰ εἰσέλθη στὴν Ἁγία Πόλη «ἐπὶ πώλου ὄνου καθήμενος», πάνω σὲ μικρὸ γαϊδουράκι, γεγονὸς ποὺ καὶ ὁ προφήτης Ζαχαρίας (Ζαχ. 9, 9) βλέπει τετρακόσια χρόνια νωρίτερα, καὶ ποὺ οἱ Εὐαγγελιστὲς (καὶ οἱ τέσσαρες) μὲ ἐπιμονὴ καὶ λεπτομέρεια περιγράφουν ὑπονοῶντας ἀσφαλῶς καὶ τὸν συμβολισμό του. Τὸν συμβολισμὸ ἀκριβῶς αὐτὸν ἔρχονται οἱ ὑμνογράφοι καὶ μὲ ἔντεχνο τρόπο διδάσκουν καὶ ἀναπτύσσουν στὰ ποιήματά τους. Ἐπιλέγοντας ὁ Ἰησοῦς τὸν πῶλον ὄνου, μικρὸν νεαρὸν ὄνον, ἀσαμάρωτο ἀκόμη, ἀμάθητο, ὑποδεικνύει τὴν ἀλλαγή, τὸ νέο, τὸ καινούργιο ποὺ φέρνει στὸν κόσμο, τὸ «καινόν», τὴν ἀνακαίνιση.

Κατὰ τὸν συγγραφέα τῶν ἀποστίχων τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς ἡμέρας «…τὸ ἀκάθεκτον τῶν ἐθνῶν ἡ καθέδρα τοῦ πώλου προετύπου ἐξ ἀπιστίας εἰς πίστιν, μεταποιούμενον». Στὸ, ὅτι ἕνας νέος πῶλος ὄνου, ποὺ ποτὲ δὲν γνώρισε ἐπίβαση καβαλάρη ἢ ἐπίσαξη (σαμάρωμα) δέχεται χωρὶς καμιὰ ἀντίδραση στὴν πλάτη του τὸν Ἰησοῦ, διαβλέπει ὁ ὑμνογράφος τὴν ἀλλαγὴ τῶν ἐθνικῶν (εἰδωλωλατρῶν)· τὴν ἀπιστία μεταποιούμενη σὲ πίστη. Τὴν ἴδια προτύπωση διαβλέπει καὶ ὁ Κοσμᾶς ὁ Μοναχός, μέγιστος ὑμνογράφος, καὶ διατυπώνει στὸν κανόνα τῆς ἡμέρας. «Ὁ ἐν ὑψίστοις καθήμενος ἐπὶ θρόνου, κάθηται νῦν ἐπὶ καθέδραν πώλου τὴν ἀλογίαν λύων τῶν ἐθνῶν τὴν κάκιστον» καὶ ἀλλοῦ πάλι «νέον πῶλον ἐπιβεβηκώς ἐπέστη τὴν ἀλόγιστον πλάνην τῶν εἰδώλων λῦσαι…».

Ἀκόμη διαβλέπουν στὴν χρήση τοῦ πώλου τὴν μεγάλη ταπείνωση καὶ συγκατάβαση τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἐπὶ τῶν Χερουβὶμ καθήμενος, «ὁ συναΐδιος τῷ Πατρὶ Θεὸς» μὲ τὸ νὰ καθήσει «ἐπὶ πώλου ὄνου» «ἐμετρίασε», ἐμίκραινε, ἔγινε πιὸ ἀδύνατος, ἔγινε μετριότης, λέγει τὸ στιχηρὸ τοῦ Ἑσπερινοῦ. Ἀλλὰ καὶ πάλιν ὁ Κοσμᾶς στὸν κανόνα «… ἦλθεν ἐπὶ πώλου, τὸ ἳππειον θράσος ὀλέσων τῶν ἐχθρῶν» καὶ τὴν ταπεινοφροσύνη νὰ διδάξει καὶ τὸ θράσος τῶν ἀπίστων νὰ πατάξει.

Οἱ «ἀπειρόκακοι» παῖδες, μικρὰ παιδιὰ καὶ νήπια, ἐπιλέγονται στὴ συγκεκριμένη περίπτωση ὡς πρωταγωνιστὲς τῆς ὑποδοχῆς. «Ὃν τὰ Χερουβὶμ ἀτενίσαι οὐ δύνανται, παῖδες ἀνευφήμησαν … τὸν αἶνον μυστικῶς ἀναμέλποντες…». Ποιὸν αἶνον; Ποιὸν ὕμνον; Τὴν ἀπάντηση δίνει ἀμέσως παρακάτω ὁ ἴδιος ὁ ὑμνογράφος: «… οἱ δὲ παῖδες τῶν Ἑβραίων τῆς ἀναστάσεως τὴν νίκην προμηνύοντες ὑπήντων σοι μετὰ κλάδων καὶ βαΐων» καὶ «οἱ παῖδες μετὰ βαΐων κράζουσι· δόξα τῷ ἐλθόντι νικητῇ». Τὸν καινούργιο κόσμο, τὴν ἀνακαίνιση ποὺ ἔρχεται μὲ τὴν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ προτυπώνουν οἱ ἀπειρόκακοι παῖδες, καὶ τὴ συντριβὴ τοῦ θανάτου προαναγγέλλουν «δόξα τῷ ἐλθόντι νικητῇ…» λέγει ὁ Κοσμᾶς καὶ ἐπαναλαμβάνει ὁ μαθητὴς του Ἰ. Δαμασκηνὸς στὸν κανόνα τοῦ Πάσχα. «θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν, Ἅδου τὴν καθαίρεσιν, ἄλλης βιοτῆς, τῆς αἰωνίου, ἀπαρχήν…».

Αὐτὴ ἡ ἀλλαγή, ἡ ἀνακαίνιση τοῦ κόσμου μὲ τὸν θάνατο καὶ τὴν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ σημειώνεται ἐπίσης πολὺ ἔντονα σὲ ὅλη τὴν ὑμνολογία τῶν ἡμερῶν. Τονίζει ὁ ὑμνογράφος, ὅτι διὰ τοῦ θείου αἵματος «Καινουργεῖται», ὄχι μόνο ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ, ὄχι μόνο ὁ ἄνθρωπος, ἀλλὰ καὶ ἡ κτίσις ὅλη. «… καὶ ὂρη ἀντίτυπα καὶ λιθοκάρδια ἐκ προσώπου σου ἠγαλλιάσαντο». Μαλάκωσαν καὶ οἱ πέτρινες καρδιές.

Ἡ εἴσοδος τοῦ Ἰησοῦ στὰ Ἱεροσόλυμα ἦταν πράγματι θριαμβευτική. Ὁ  ἐρχόμενος, ὁ εἰσερχόμενος στὴν Πόλη, δὲν ἦταν κάποιος συνηθισμένος νικητὴς ποὺ ἐπέστρεφε θριαμβευτής· τὸ μέγα πλῆθος καὶ οἱ «ἀπειρόκακοι» παῖδες μὲ τὰ βαΐα καὶ τὰ «Ὡσαννὰ» ἔβλεπαν, «ἐθεώρουν τὸν ἐπὶ πώλου καθήμενον ὡς ἐπὶ τῶν χερουβὶμ ἐποχούμενον» καὶ «τὸν ἐπὶ πώλου εὐτελοῦς ὡς ἐπὶ θρόνου ὑψηλοῦ». Τοὺς φώτισε, ἴσως, ὁ Θεὸς νὰ δοῦν τὴν ἀλήθεια πίσω ἀπὸ τὰ διαδραματιζόμενα γεγονότα. Ἔβλεπαν ὅτι ὁ ἐρχόμενος εἶναι εὐλογημένος, καὶ ὅτι ἔρχεται «ἐν ὀνόματι Κυρίου»· ἔβλεπαν, ὅτι εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος «ἔρχεται ὁ Κύριος ἐνδεδυμένος ἰσχύν…» καὶ «ἔρχεται ἐν δόξῃ μετὰ κυρείας». Ἔρχεται Ἰσχυρός, μὲ δόξα καὶ ἐξουσία, κυριαρχία.

Τέλος τὸ ἀπολυτίκιο τῆς ἡμέρας, ποὺ διατυπώνει συμπερασματικὰ μέσα σὲ λίγες γραμμὲς τὴν ὑπόθεση καὶ τὸ μήνυμα τῆς ἑορτῆς, καλεῖ ὅλους μας, μικροὺς καὶ μεγάλους, νὰ ὑποδεχθοῦμε τὸν ἐρχόμενο ἀκριβῶς μὲ τὸν τρόπο, ποὺ τὸν ὑποδέχθηκαν οἱ ἀμίαντοι παῖδες. «ὅθεν καὶ ἡμεῖς ὡς οἱ παῖδες… βοῶμεν εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος…».

Ἡ ἀκολουθία δὲν παραλείπει νὰ μᾶς καλεῖ σὲ ἐπιφυλακὴ ἐν ὄψει τῆς  τελικῆς εὐθείας του Σταδίου καὶ νὰ κρούει τὸν κώδωνα κινδύνου ἀπὸ τὶς παγίδες τοῦ ἐχθροῦ καὶ τὴ δική μας ραθυμία. Τό: «Μετὰ κλάδων ὑμνήσαντες πρότερον, μετὰ ξύλων συνέλαβον ὕστερον» τοῦ Ρωμανοῦ τοῦ Μελωδοῦ μπορεῖ νὰ ἐπαναληφθεῖ μὲ τὸν καθένα μας, ἂν ὁ ἀρχαίκακος Πονηρὸς ἐκμεταλλευθεῖ τὴ ραθυμία μας.