Ο ΙΕΡΟΨΑΛΤΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ



                                                 18 Μαίου 2018

Ὅλοι τὸν ξέρουμε· τὸν βλέπομε. Τὸν ἀκοῦμε τακτικά. Μὲ τὶς μελωδίες του μεγαλώσαμε. Εἶναι ἴσως τὸ γνωστότερο πρόσωπο μέσα στὴν ἐνορία· κι ὅμως! στὴν πραγματικότητα παραμένει ἀκόμα ἄγνωστος. Τὸ ὄνομά του ὑποχώρησε καὶ ἀτόνισε μπροστὰ στὴν ἰδιότητά του. Στὴ συνείδηση τῶν ἐνοριτῶν εἶναι ὁ ψάλτης. Παραμένει ἄγνωστος, ἐπειδὴ κανεὶς σχεδὸν μέχρι σήμερα δὲν ἀσχολήθηκε προσεκτικὰ καὶ ὅσο ἔπρεπε μ’ αὐτόν. Κανένας δὲν ἐρεύνησε σὲ βάθος τὴν προσφορὰ καὶ τὸ ἔργο του. Καὶ αὐτὸ συμβαίνει, ἐπειδὴ ἀγνοοῦμε ὅλοι σχεδὸν τὸ μέγεθος τοῦ ἱεροψαλτικοῦ ἀναλογίου καὶ τὴν ἀξία τοῦ ἀνεκτίμητου ἐθνικοῦ μας θησαυροῦ, τὴν Ὀρθόδοξη Ὑμνολογία. Ἕνα θησαυρό, ποὺ οὐδεὶς ἄλλος λαὸς ἔχει.
 

Στὸν πρωταγωνιστὴ τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν τῆς Ἐκκλησίας μας, τὸν ἱεροψάλτη, ἀφιερώνουμε τὴν παροῦσα μικρὴ μελέτη μας, μελέτη ποὺ ἀποτελεῖ προσπάθεια προσέγγισης τοῦ ἔργου καὶ τῆς προσωπικότητάς του.

Εἶναι ἑρμηνευτής. Καλεῖται ὁ ἱεροψάλτης σὲ κάθε ἀκολουθία, ὄχι ἁπλῶς νὰ ψάλλει κάποιους ὕμνους, ἀλλὰ νὰ ψάλλει ὀρθά. Νὰ ἑρμηνεύει τοὺς ὕμνους. Μὲ τὶς μουσικὲς γνώσεις καὶ τὴν καλλιφωνία του νὰ ἐκτελεῖ ὀρθά, ὄχι μόνο τὶς μουσικὲς θέσεις, ἀλλὰ καὶ νὰ ἀποδίδει ὀρθῶς τὸ νόημα (τὰ διδάγματα) τῶν ὕμνων. Τὴν ἱκανότητα αὐτὴ ἀποκτᾶ ὁ ἱεροψάλτης μὲ τὴν ἐκπαίδευση κοντὰ σὲ μεγάλους δασκάλους, μὲ τὴν κατ’ ἰδίαν μελέτη μὲ πολὺ μεράκι καὶ πολλὴ ὑπομονή, μὲ τὴν πεῖρα του στὸ ἀναλόγιο, τὴν μουσικὴ του εὐστροφία καὶ τὴν καλλιφωνία του. Ἀπαιτοῦνται: καλὸ χωράφι, καλὸς σπόρος, καλὸς σπορέας, καλὲς καιρικὲς συνθῆκες γιὰ καρπὸ ἑκατονταπλασίονα.

Εἶναι φορέας ἀξιῶν καὶ παράδοσης. Τὸ ἀντικείμενο τοῦ Ἱεροψάλτη, ἡ Βυζαντινὴ Μουσικὴ καὶ Ἐκκλ. Ὑμνολογία εἶναι πηγή, ἀπὸ τὴν ὁποία ἄντλησε καὶ ἀντλεῖ ἡ νεότερη ὑγιὴς Ἑλληνικὴ Μουσική. Αὐτὴ εἶναι τὸ Ταμεῖο, μέσα στὸ ὁποῖο κατατέθηκε καὶ διασώθηκε ἡ Μουσικὴ τῶν ἀρχαίων προγόνων μας, ἡ περίφημη ἀρχαία Ἑλληνικὴ Μουσική. Φορέας τῶν ἀξιῶν αὐτῆς τῆς Μουσικῆς ὁ ἱεροψάλτης εἶναι ὁ ἀχθοφόρος ἀνὰ τοὺς αἰῶνες, ὁ κουβαλητής ἑνὸς βαρύτιμου ἐθνικοῦ θησαυροῦ τῆς Μουσικῆς μας Παράδοσης.

Εἶναι μυσταγωγὸς καὶ κήρυκας. Τὸ κατανυκτικὸ καὶ μυσταγωγικὸ κλίμα μέσα στὸν Ἱερὸ Ναὸ εἶναι δημιούργημα δικό του. Ἡ γλυκιὰ φωνὴ του γίνεται φτερὸ τῆς προσευχῆς πρὸς τὰ ἄνω. Ἀπὸ τὸ μελωδικό του στόμα ἐκπορεύονται καὶ μετοχεύονται στὶς ψυχὲς τῶν πιστῶν ὅλες οἱ ἀλήθειες τῆς Ὀρθοδοξίας ἀποκρυσταλλωμένες στοὺς ὕμνους τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν, καὶ ἐπενδυμένες μὲ τὴν ἔνθεη μουσικὴ τῆς ἱερᾶς τέχνης. Ἡ ψυχὴ τοῦ πιστοῦ ἐμπιστεύεται καὶ ἐγκαταλείπει τὸν ἑαυτό της στὴ μελωδικὴ φωνὴ τοῦ ἱεροψάλτη, ποὺ τὴν ὁδηγεῖ στὸ μυστήριο.

Ὁ καλλίφωνος καὶ ὀρθόφωνος ἱεροψάλτης εἶναι μέγας μυσταγωγὸς καὶ συγχρόνως ὁ συγκλονιστικότερος κήρυκας τῶν εὐαγγελικῶν ἀληθειῶν.

Εἶναι καλλιτέχνης καὶ δημιουργός. Ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Ρωμανοῦ τοῦ Μελωδοῦ καὶ τοῦ Χρυσορρόα ποταμοῦ Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ μέχρι καὶ τὶς μέρες μας χιλιάδες ἐπώνυμοι καὶ ἀνώνυμοι μεγάλοι καλλιτέχνες καὶ Μουσουργοὶ κόσμησαν τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν Ἑλληνικὴ Παράδοση. Τὰ μελουργήματά τους, ἀριστουργήματα ποίησης καὶ Μουσικῆς, λογοτεχνίας καὶ θεολογίας, ἀνεβάζουν τὸν ἱεροψάλτη στὴν πυραμίδα τῶν δημιουργῶν. Τὰ ἀριστουργήματα αὐτὰ ζωντανεύει καὶ μεταφέρει ἐπὶ δεκαπέντε καὶ πλέον αἰῶνες ὁ ἱεροψάλτης, ὁ ἀκάματος λειτουργὸς καὶ ὑπηρέτης τοῦ ἀναλογίου, ὁ θεήλατος αὐτὸς καλλιτέχνης. Θεήλατος, ἀφοῦ τὶς μελωδικὲς φωνητικὲς χορδὲς του κινεῖ ὁ θεῖος ἔρως, ἡ μεγάλη του ἀγάπη πρὸς τὴν ἱερὰ Μουσική, μὲ τὴν ὁποία σχεδὸν ταυτίζεται ἡ ὕπαρξή του. Αὐτὴ τὸν κινεῖ, αὐτὴ τὸν πτερώνει. Αὐτὴ τὸν ἐνδυναμώνει. Αὐτὴ τὸν ὁπλίζει, καὶ τελικὰ τὸν κυριεύει.

Δὲν εἶναι, λοιπόν, ἡ ἀμοιβὴ τὸ κίνητρο, ποὺ τὸν ὁδηγεῖ στὸ ἀναλόγιο, οὔτε ἡ φιλοδοξία καὶ ματαιοδοξία. Κάτι ἄλλο ἰσχυρότερο, μονιμότερο καὶ βαθύτερο τὸν ἑνώνει μὲ τὸ ἀντικείμενό του. Εἶναι, ὅπως καὶ πιὸ πάνω ἀναφέρθηκε, ὁ θεῖος ἔρωτας, ἡ ἀγάπη γιὰ τὴν ἱερὴ Μουσική, ἡ ἀναζήτηση τοῦ ἑαυτοῦ του μέσα σ’ αὐτήν, ἡ ἔκφρασή του μέσα ἀπὸ αὐτήν.

Ἡ προσωπικότητα τοῦ Ἱεροψάλτη. Ἡ πολύχρονη, ἡ σχεδὸν διὰ βίου ἐπαφὴ τοῦ ἱεροψάλτη μὲ τὰ ἱερὰ κείμενα τῆς Ὑμνολογίας καὶ τὴν ἱερὰ Μουσικὴ ἐπηρεάζει ἀποφασιστικὰ τὴν ψυχικὴ κατάσταση καὶ τὸν χαρακτήρα του. Οἱ ἀλήθειες καὶ τὰ διδάγματα τῶν κειμένων αὐτῶν μὲ τὴν ἐπένδυση καὶ τὴ βοήθεια τῆς ἱερῆς μουσικῆς γίνονται βιώματά του καὶ ἀπορροφῶνται ἀπὸ τὴν ψυχή του. Γίνονται τροφή του. Οἱ ρωμαλέες προσωπικότητες τῶν ἁγίων ἀνδρῶν καὶ τῶν ἡρώων μαρτύρων γίνονται πρότυπά του. Οἱ μουσικὲς γραμμὲς τοῦ τέλειου καὶ ἁρμονικοῦ, τοῦ ἁπαλοῦ καὶ συγχρόνως ρωμαλέου, τῆς κατάνυξης καὶ τῆς χαρᾶς καὶ ἄλλων εὐγενῶν συναισθημάτων, περνοῦν πρῶτα ἀπὸ τὴν ψυχὴ καὶ τὴ βούλησή του, καὶ ὕστερα ἐκπορεύονται ἀπὸ τὸ στόμα του. Ἡ λογοτεχνικὴ ἀρτιότητα τῶν κειμένων δὲν τὸν τέρπει μόνο, ἀλλὰ καὶ τὸν ἐμπλουτίζει, τὸν δυναμώνει, τὸν μορφώνει.

Τὸ ἀναλόγιο εἶναι ὁ ἐργασιακὸς χῶρος, ὅπου ὁ ἱεροψάλτης κατακτᾷ ὄχι μόνο τὴν τέχνη του, ἀλλὰ καὶ τὶς ἀρετές του.


Λειτουργὸς ἢ ἐπαγγελματίας. Εἶναι φανερό, ὅτι, οὔτε στὸ ἔργο του, οὔτε στὴν προσωπικότητά του ταιριάζει ὁ ὅρος ἐπαγγελματίας. Ἐξ’ ἄλλου οὔτε ὁ ἴδιος δέχθηκε οὔτε ἐπεδίωξε ποτὲ αὐτὸν τὸν χαρακτηρισμό. Γνωρίζει πολὺ καλά, ὅτι ὑπηρετεῖ τὴν Ἐκκλησία, ὅτι συνεργεῖ σὲ ἱεροὺς στόχους, ὅτι θεραπεύει θρησκευτικὲς καὶ λατρευτικὲς ἀνάγκες συνανθρώπων του. Αἰσθάνεται ὅτι εἶναι λειτουργὸς καὶ συνεργάτης τῶν ἱερωμένων λειτουργῶν τῆς Ἐκκλησίας. Θεωρεῖ τὴν Ἐκκλησία Μητέρα του. Αὐτὴ ἡ σχέση καθορίζει καὶ τὴν προσφορὰ ἐργασίας του καὶ τὴν ἀμοιβή του, ποὺ μάλιστα εἶναι καὶ Ἁγιογραφικὴ ἐπιταγή. (Ματθ. 12, 5-6, Β΄ Θεσ. 3, 7-8 καὶ Α΄ τιμ. 5, 17).

Σπουδὲς – Προετοιμασία. Πέρα, ὅμως, ἀπὸ τὰ ἁγνὰ κίνητρα καὶ τὰ φυσικὰ προσόντα ποὺ πρέπει νὰ διαθέτει ὁ ἱεροψάλτης, ὅπως πιὸ πάνω τονίστηκε, ἀπαιτοῦνται σοβαρὴ παιδεία καὶ μακροχρόνιες σπουδές. Ἡ πενταετὴς φοίτηση σὲ Σχολὴ Βυζαντινῆς Μουσικῆς, ἢ σὲ δάσκαλο, μὲ παράλληλη πρακτικὴ ἄσκηση σὲ ἀναλόγιο εἶναι ἕνα σωστὸ ξεκίνημα. Ἀπὸ ’κεῖ καὶ πέρα ἡ συνεχὴς μελέτη καὶ ἡ ἐντατικὴ ἐφαρμογὴ ἀναδεικνύει τὸν πραγματικὸ ἐργάτη τοῦ ἀναλογίου, ὅπως τὸν θέλει ἡ Μουσικὴ μας Παράδοση. Ἐδῶ θὰ πρέπει νὰ σημειώσουμε, ὅτι παρὰ τὶς φιλότιμες προσπάθειες τῶν Σχολῶν Βυζαντινῆς Μουσικῆς, τῶν ἱεροψαλτικῶν Συλλόγων καὶ τῆς ἐπίσημης Ἐκκλησίας, δὲν ὑπάρχει ἑνιαία μέθοδος διδασκαλίας, δὲν ὑπάρχει ἀναλυτικὸ πρόγραμμα ἐπίσημο. Ἐπίσης οἱ δάσκαλοι δὲν εἶναι ἀρκετὸ νὰ εἶναι μόνο εἰδικευμένοι, ἀλλὰ ἐξειδικευμένοι. Τὸ ἀντικείμενο εἶναι πολὺ μεγάλο καὶ δὲν ἔχει πλήρως ἐρευνηθεῖ. Ἡ ἔλλειψη αὐτὴ δυσκολεύει τὴ διδασκαλία τῆς Ἱερῆς αὐτῆς τέχνης. Δυσκολεύει τὸ ἔργο μας.

Ὁ Ἱεροψάλτης στὸ ἀναλόγιο. Ὁ μαθητευόμενος δίπλα στὸν Πρωτοψάλτη ἀκούει περισσότερο καὶ ψάλλει μόνο ἐκεῖνα ποὺ μπορεῖ νὰ ἀποδώσει ὀρθά.


Ἡ ρητορικὴ τέχνη δὲν ἔχει θέση στὸ ἀναλόγιο. Τόσο τὰ ἀναγνώσματα, ὅσο καὶ οἱ ὕμνοι ἀποδίδονται μὲ ὕφος καὶ ἦθος προσευχητικό.

Ἡ ἐπίδειξη τέχνης, καλλιφωνίας καὶ δεξιότητας εἶναι μέγα λάθος.

Ἡ φωνασκία καὶ ὑψηγορία εἶναι καταστροφὴ τῆς ἀκολουθίας καὶ ἁμάρτημα.

Ἐπὶ τοῦ πῶς δεῖ ψάλλειν θὰ ἐπανέλθωμε.