Κυριακή 22 Απριλίου 2018

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ


Ἡ παραλελυμένη.

«Τὴν ψυχήν μου, Κύριε, ἐν ἁμαρτίαις παντοίαις καὶ ἀτόποις πράξεσι δεινῶς παραλελυμένην, ἔγειρον τῇ θεϊκῇ σου ἐπιστασίᾳ, ὥσπερ καὶ τὸν παράλυτον ἤγειρας πάλαι, ἳνα κράζω σεσωσμένος: Οἰκτίρμον δόξα, Χριστέ, τῷ κράτει σου.»


Τὸ παραπάνω κοντάκιο τῆς Κυριακῆς τοῦ Παραλύτου μᾶς βοηθάει πολὺ νὰ κατανοήσωμε τὴν εὐαγγελικὴ περικοπὴ τῆς θεραπείας τοῦ ἐπὶ τριάντα ὀκτὼ (38) ἔτη παραλύτου (Ἰωάν. 5, 1-15). Ὁ θεραπευθείς παράλυτος, κατὰ τὴν ὑμνογραφία τῆς ἡμέρας, συμβολίζει τὴν ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν ἁμαρτημάτων «παραλελυμένην» ἀνθρωπότητα, τὴν ὁποία μὲ τὴ θεϊκή του ἐπιστασία ὁ οἰκτίρμων Κύριος «ἐγείρει». Ἡ ἑρμηνεία αὐτή, δύο αἰῶνες ἀργότερα, θὰ περάσει ἀπὸ τὸ κοντάκιο στὸν κανόνα τῆς ἡμέρας, ὅπου ἡ θαυματουργικὴ κολυμβήθρα Βηδεσθὰ προεικονίζει τὸ θεῖο καὶ ἱερὸ μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος, ὅπως ἐπὶ λέξει ἀναφέρει στὴν α΄ ᾠδὴ ὁ ὑμνογράφος Ἰωσὴφ Θεσσαλονίκης: «Ἐν τῇ κολυμβήθρᾳ ποτὲ τῇ προβατικῇ ἄγγελος κατήρχετο, καὶ ἕνα κατὰ χρόνο ἰᾶτο. Βαπτίσματι δὲ θείῳ νῦν Χριστὸς καθαίρει ἄπειρα πλήθη».

Μιά ἀκόμη ἀλήθεια, ποὺ διδάσκει τὸ παραπάνω Κοντάκιο, ἀλλὰ καὶ ὅλη ἡ ὑμνολογία τῆς ἡμέρας εἶναι, ὅτι τὸ παρὸν θαῦμα, ἡ θεραπεία τοῦ Παραλύτου, ὅπως ὅλα τὰ θαύματα, ὀφείλεται στὴν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ. «Ἐπέστη ὁ φιλάνθρωπος καὶ πανοικτίρμων Κύριος τοῦ θεραπεῦσαι τὰς νόσους…» ἀναφέρει καὶ τὸ ἐξαποστειλάριο τῆς ἡμέρας, καὶ προσθέτει: «…Εὗρε δὲ κατακείμενον ἄνθρωπον πλείστοις ἔτεσι…». Δὲν τὸν βρῆκε τυχαῖα. Δὲν πῆγε τυχαῖα ὁ Κύριος ἐκεῖ. Πῆγε γιὰ νὰ βρεῖ τὸν Παράλυτο· πῆγε νὰ τὸν θεραπεύσει. Τὸν βρῆκε ὄχι ἁπλῶς κείμενον… τὸν βρῆκε κατακείμενον. Αὐτὴ ἦταν ἡ κατάσταση τῆς ἀνθρωπότητας λίγο πρὶν τὸν ἐρχομό του. Ἦταν τελείως παραλελυμένη. Παράλυτη.

Σὰν καλὸς ἰατρὸς ὁ Κύριος, Παντογνώστης Θεὸς καὶ παντοδύναμος, διέγνωσε τὴν ἀσθένεια, εἶδε τὴν αἰτία της, τὴν ἁμαρτία, καὶ τὴν θεράπευσε. Σὰν καλὸς πάλι γιατρὸς δίνει καὶ τὴν δίαιτα τῆς πρόληψης, τῆς προφύλαξης. «Ἴδε ὑγιὴς γέγονας, μηκέτι ἁμάρτανε, ἳνα μὴ χεῖρον τί σοι γένηται…». «Ἆρον τὸν κράββατόν σου καὶ ἴθι πρὸς τὰς ὁδοὺς τὰς εὐθείας» βάδιζε σὲ ἴσιους δρόμους, γιὰ νὰ μὴ σοῦ συμβεῖ κάτι πολὺ χειρότερο, συμπληρώνει τὸ ἐξαποστειλάριο, τὸ ὁποῖο ὁλόκληρο παραθέτομε.

«Ἐπέστη ὁ φιλάνθρωπος καὶ πανοικτίρμων Κύριος Προβατικῇ κολυμβήθρᾳ, τοῦ θεραπεῦσαι τὰς νόσους· εὗρε δὲ κατακείμενον ἄνθρωπον πλείστοις ἔτεσι, καὶ πρὸς αὐτὸν ἐβόησεν· Ἆρον τὸν κράββατον, ἴθι πρὸς τὰς ὁδοὺς τὰς εὐθείας».

Κατὰ μία ἑρμηνεία, διάχυτη στὴν ὑμνολογία τῆς ἡμέρας, ὁ συγκεκριμένος ἄνθρωπος, ὁ θεραπευθείς παράλυτος, εἶναι ὁ δοῦλος ἐκεῖνος τοῦ ἀρχιερέως, ποὺ τὸ βράδυ τῆς δίκης ἐρράπισε τὸν Κύριο. Κάποιες ἁμαρτίες τὸν ἄφησαν παράλυτο γιὰ 38 χρόνια. Πολλὰ τὰ χρόνια τῆς δοκιμασίας του. Πολὺ μεγαλύτερη ὅμως ἡ εὐεργεσία ποὺ δέχθηκε. Καὶ ὅμως ξεχάστηκαν ὅλα. Ὁ Κύριος, ὡς Παντογνώστης, προεῖδε τὴν ἀγνωμοσύνη τοῦ Παραλύτου καὶ μετὰ τὴν θεραπεία τὸν προειδοποίησε: «…μηκέτι ἁμάρτανε, ἳνα μὴ χεῖρόν τί σοι γένηται…». «Ἀγνώμων περὶ τὸν εὐεργέτην φανείς» καὶ αὐτὸς ἔχασε τὴν «ζωή».

Στόχος τῆς Ὑμνολογίας τῆς ἡμέρας, ἀπὸ ὅσο ἐμεῖς διακρίνομε, εἶναι ἡ προφύλαξη καὶ θωράκιση τῶν πιστῶν ἀπὸ τὸ κατάντημα αὐτό, τὴν ἀχαριστία, «τὴν περὶ τὸν εὐεργέτην ἀγνωμοσύνην». Ἡ προειδοποίηση πρὸς τὸν πρώην Παράλυτο «…μηκέτι ἁμάρτανε, ἳνα μὴ τι σοὶ χεῖρον γένηται» ἀπευθύνεται ἐμμέσως, πλὴν ὅμως σαφῶς, σὲ ὅλους μας.

Μεγάλη, ἐπίσης, ἐντύπωση προξενεῖ ἡ ἀντίθεση στὸ μεσῴδιο κάθισμα «Ρῆμα παράλυτον». Ἀπὸ τὴ μιά μεριὰ ἡ εὐσπλαχνία καὶ τὸ ἄπειρο ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ παντοδυναμία του, ποὺ θεραπεύει τὸν παράλυτο, καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη ἡ ἀδυναμία τοῦ ἀνθρώπου, ἡ κακία του, ἡ κακία τῶν γραμματέων καὶ φαρισαίων, ποὺ δὲν τοὺς ἐπιτρέπει ὄχι μόνο νὰ κάνουν, ἀλλὰ οὔτε κἂν νὰ βλέπουν τέτοιες εὐεργεσίες: «κἂν οἱ Γραμματεῖς ὁρᾶν τὸ πραχθὲν οὐχ ὑπέφερον, κακίας κατεχόμενοι φθόνῳ τὰς ψυχάς παραλύοντι.». Αὐτὴ ἡ ψυχικὴ παράλυση, τῆς ὁποίας ρίζες εἶναι ὁ ἄκρατος ἐγωϊσμὸς καὶ ὁ φθόνος, δυό ἐπικίνδυνα γιὰ τὴν ψυχικὴ ὑγεία στοιχεῖα, εἶναι ἡ πιὸ ἐπικίνδυνη γιὰ τὸν ἄνθρωπο νόσος. Αὐτὴν στοχεύει ἡ ὑμνολογία τῆς ἡμέρας.

Ὡστόσο ἀπὸ τὴ συμπεριφορὰ καὶ τὴν ἱστορία τοῦ παραλύτου βγαίνει ἕνα μεγάλο δίδαγμα ὠφέλιμο γιὰ κάθε ἄνθρωπο. Εἶναι τὸ μέγα ἀγαθό της ὑπομονῆς καὶ καρτερίας.

Τριάντα ὀκτὼ χρόνια ἀσθενής, ἀκίνητος καὶ μόνος. «Ἄνθρωπον οὐκ ἔχω…». Θὰ εἶχε ὁπωσδήποτε κάποιους συγγενεῖς. Τὸν πῆγαν σὲ γιατρούς· τὸν πῆγαν σὲ θεραπευτήρια. Δὲν θεραπεύθηκε… τὸν ἐγκατέλειψαν ὅλοι. Ὄχι ὅμως ἡ ὑπομονὴ καὶ ἡ καρτερία. Διαφορετικὰ δὲν θὰ ἀνέμενε ἐπὶ δεκαετίες λύτρωση στὴ θαυματουργικὴ Βηθεσδά. Αὐτὴ τὴν θέληση, αὐτὴ τὴν καρτερία διακρίνει ὁ καρδιογνώστης. Στὸ «ἄνθρωπον οὐκ ἔχω…» τοῦ παραλύτου ἀπαντᾶ ὁ Κύριος: «…διὰ σὲ ἄνθρωπος γέγονα, διὰ σὲ σάρκα περιβέβλημαι… ἆρον τὸν κράββατόν σου καὶ περιπάτει»· (Δοξαστικό τῆς Λιτῆς).

Ἐντύπωση, τέλος, προκαλεῖ τὸ γεγονός, ὅτι καὶ τὸ ἄλλο ἀνάγνωσμα τῆς ἡμέρας, «ὁ Ἀπόστολος» ἀναφέρεται σὲ θεραπεία Παραλυτικοῦ, τοῦ Αἰνέα, τὸν ὁποῖο ὁ Πέτρος θεραπεύει στὴ Λύδδα «κατακείμενον ἐξ ἐτῶν ὀκτὼ ἐπὶ κραββάτῳ…». Ἡ ἐπιλογὴ δὲν εἶναι τυχαία. Ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, μετὰ τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, βγαίνει ἀπὸ τὰ ὅρια τῆς Παλαιστίνης μὲ τὸ κήρυγμα τῶν μαθητῶν, διαδίδεται παντοῦ καὶ θεραπεύει τὴν ἐπὶ αἰῶνες παραλελυμένη ἀπὸ τὴν ἁμαρτία ἀνθρωπότητα. Καὶ ὄχι μόνο τὴν θεραπεύει, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀνακαινίζει, ὅπως τὸ δοξαστικὸ τῶν Αἴνων τῆς ἡμέρας σημειώνει καὶ ὅπως χιλιάδες ὕμνοι τῆς Ὀρθοδοξίας ἐπιμελῶς τονίζουν. «Κύριε, τὸν Παράλυτον οὐχ ἡ κολυβήθρα ἐθεράπευσε, ἀλλ’ ὁ σὸς λόγος ἀνεκαίνισε…».