Παρασκευή 12 Απριλίου 2019

Ο ΚΑΝΩΝ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟΥ ( 1 )


Ὄλβιος τάφος !
«Ὄλβιος τάφος! Ἐν ἑαυτῷ γὰρ δεξάμενος,
ὡς ὑπνοῦντα, τὸν Δημιουργόν,
ζωῆς θησαυρὸς θεῖος ἀναδέδεικται
εἰς σωτηρίαν ἡμῶν τῶν μελωδούντων:
Λυτρωτά, ὁ Θεός, εὐλογητὸς εἶ.»



«Εὐτυχὴς καὶ πλούσιος τάφος! διότι ἀφοῦ μέσα του δέχθηκε
τὸν Δημιουργὸ σὰν νὰ κοιμόταν,
ἀποδείχθηκε (ὁ τάφος) θησαυρὸς αἰώνιας ζωῆς (μὲ τὴν
Ἀνάσταση)
γιὰ χάρη τῆς δικῆς μας σωτηρίας ποὺ μελωδικὰ ψάλλουμε:
Δοξασμένος εἶσαι Θεὲ καὶ Λυτρωτά μας.


Εὐτυχής, πλούσιος τάφος, καλότυχος. Ὄλβιος τάφος!

Δὲν ὑπάρχει ἐπιτυχέστερο καὶ συγχρόνως συγκλονιστικότερο ὀξύμωρο σχῆμα. Τί μπορεῖ νὰ ἔχει ἕνας τάφος πέρα ἀπὸ ἕνα νεκρὸ σῶμα σὲ ἀποσύνθεση καὶ δυσοσμία, ἢ ἀπὸ λίγα «ὀστέα γεγυμνωμένα»; Πῶς μπορεῖ ἕνας τάφος νὰ εἶναι εὐτυχὴς καὶ καλότυχος, ἀφοῦ σ’ αὐτὸν τελειώνει ἡ ζωή;

Καὶ ὅμως! Ὁ Κανόνας τοῦ Μεγ. Σαββάτου, τοῦ ὁποίου μία στροφὴ εἶναι τὸ παραπάνω τροπάριο, ὁ ἐκτενέστερος (33 στροφές), ὁ μελωδικότερος καὶ ὁ θεολογικότερος κανόνας τῆς Μ. Ἑβδομάδος, τὸ ἀσύγκριτο αὐτὸ καὶ μεγαλειῶδες ποίημα, ἕνα ἔπος ἡρωϊκὸ καὶ διδακτικὸ συγχρόνως «Κύματι θαλάσσης…», ὄχι μόνο διαλαλεῖ καὶ ψάλλει τὸν «ὄλβιο τάφο» τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ περιγράφει μὲ λεπτομέρεια στὶς 33 στροφὲς του ὅλο τὸν πλοῦτο τῶν εὐλογιῶν ποὺ ἐκπηγάζουν ἀπὸ τὸν «ἀνεωγμένο» αὐτὸν τάφο, μὲ τὶς γνωστὲς γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος σωτηριώδεις συνέπειες, δικαιολογώντας ἔτσι καὶ τὸ τολμηρό, θαυμάσιο ὅμως, ὀξύμωρο σχῆμα: «ὄλβιος τάφος». Στὸν τάφο αὐτὸν δὲν τελειώνει ἡ ζωή. Ἀντίθετα! ἀρχίζει ἡ ζωή. Ἡ αἰώνιος ζωή.

Εἶναι, λοιπόν, εὐτυχὴς καὶ καλότυχος ὁ τάφος αὐτός, γιατί μέσα του δέχθηκε «ὡς ὑπνοῦντα τὸν Δημιουργὸν» ψάλλει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς, ὁ μοναχός, ἕνας ἀπὸ τοὺς δημιουργοὺς αὐτοῦ του ἔργου, ὁ μεγαλύτερος, κατὰ τὴ γνώμη μας, μουσουργὸς καὶ θεολόγος τοῦ Η΄ αἰῶνος. Εἶναι πλούσιος ὁ Πανάγιος αὐτὸς τάφος, συνεχίζει ὁ Κοσμᾶς, γιατί «ζωῆς θησαυρὸς θεῖος ἀναδέδεικται εἰς σωτηρίαν ἡμῶν…». Δὲν εἶναι, λοιπόν, ὁ τάφος τοῦ Χριστοῦ τὸ τέλος τῆς ζωῆς, ἀλλὰ ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς, ἡ ἀρχὴ τῆς ζωῆς, μιᾶς ζωῆς ἀνακαινισμένης, μιᾶς πλούσιας ζωῆς. Ἀπὸ αὐτὸν τὸν τάφο, ἀπὸ τὸν τάφο τοῦ Χριστοῦ, θὰ ἐκπηγάσουν ὅλες οἱ σωτήριες γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος εὐλογίες, ὅπως ψάλλουν χιλιάδες ἀναστάσιμα τροπάρια, καὶ ἰδιαίτερα ὁ κανόνας τοῦ Πάσχα: «θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν, Ἅδου τὴν καθαίρεσιν, ἄλλης βιοτῆς, τῆς αἰωνίου, ἀπαρχὴν.» καὶ «Δεῦτε πόμα πίωμεν καινόν, οὐκ ἐκ πέτρας ἀγόνου τερατουργούμενον, ἀλλ’ ἀφθαρσίας πηγήν, ἐκ τάφου ὀμβρήσαντος Χριστοῦ…». Πῶς νὰ μὴ εἶναι ὄλβιος, πλούσιος, καλότυχος ἕνας τέτοιος τάφος…

Ἀκόμη ὅμως, ὅπως ἡ ὀξύγραφος κάλαμος τοῦ Κοσμᾶ γράφει στὸ ἐπικὸ αὐτὸ ποίημα, ὁ τάφος τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὄλβιος αὐτὸς τάφος, εἶναι ὁ χῶρος, ὁ ἀγωνιστικὸς χῶρος, εἶναι ἡ παλαίστρα, ὅπου ὁ Ἅδης, ὁ θάνατος, συγκρούεται μὲ τὸν ἀρχηγὸ τῆς ζωῆς, τραυματίζεται θανάσιμα καὶ ἐκμηδενίζεται· «Τέτρωται Ἅδης ἐν τῇ καρδίᾳ δεξάμενος τὸν τρωθέντα λόγχῃ τὴν πλευράν καὶ σθένει πυρὶ θείῳ δαπανώμενος…». Ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ ὡς ξύλινη ρομφαία διαπερνᾶ τὴν καρδιὰ τοῦ Ἅδη. Τὸ τραῦμα ἐκεῖ εἶναι θανάσιμο· σὲ λίγο, μὲ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ὁ θάνατος θὰ νεκρωθεῖ, ὅπως ψάλλει ὁ μαθητὴς καὶ ἀδελφός του Κοσμᾶ Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς στὸν κανόνα τοῦ Πάσχα, καθὼς πιὸ πάνω ἀναφέραμε: «Θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν…».

Ὁ ἀρχηγὸς τῆς ζωῆς, «ἡ τῶν ὅλων ζωὴ» καταδέχεται νὰ ἐνταφιασθεῖ «τὴν ἐν τάφῳ δέχεται κατάθεσιν». Ὅμως αὐτὸν τὸν τάφο «Πηγὴν ἐγέρσεως δείκνυσιν» ἀναδεικνύει αὐτὸν τὸν τάφο πηγὴ ἀναστάσεως καὶ ζωῆς «εἰς σωτηρίαν ἡμῶν…». Ὄλβιος, ὄντως, ὁ τάφος.

Ἡ θεολογία ὅμως αὐτοῦ του κανόνος εἶναι ἀνεξάντλητη. Γιὰ μιά ὁλοκληρωμένη ἑρμηνεία του δὲν θὰ ἀρκοῦσαν ὅλες οἱ στῆλες τῆς φιλόξενης αὐτῆς σελίδας. Θὰ περιοριστοῦμε στὸν ἐντοπισμὸ τῶν κυριωτέρων θεολογικῶν ἀληθειῶν τοῦ κειμένου.

Α΄.«Ἣπλωσας τὰς παλάμας καὶ ἣνωσας τὰ τὸ πρὶν διεστῶτα…». Εἶναι ἡ καταλλαγή, ἡ συμφιλίωση, ἡ ἕνωση Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων μὲ τὸν σταυρὸ τοῦ Κυρίου. Ἀλήθεια διάχυτη σὲ ὅλο τὸν κανόνα, ἀλλὰ καὶ σὲ ὅλη τὴν Ὀρθόδοξη Ὑμνολογία.

Β΄.  Τὸ Βασίλειο τοῦ Ἅδη καὶ ὁ θάνατος, ποὺ τόσο φόβιζαν τὸν ἄνθρωπο ἐκμηδενίζονται μὲ τὸν θάνατο, τὴν ταφὴ καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Ὁ θρόνος τοῦ φοβεροῦ δυνάστη γκρεμίζεται: «Σὺ δυναστῶν διέκοψας κράτος ἀγαθέ…» καὶ «Ὁ Ἅδης, Λόγε, συναντήσας σοι… τῷ φρικτῷ τῆς μορφῆς σου διαπεφώνηκεν» ἔμεινε ἄψυχος, ἀντικρύζοντας τὴν φοβερή σου ὄψη ὁ Ἅδης, καὶ «τέτρωται Ἅδης ἐν τῇ καρδίᾳ…», ὅπως πιὸ πάνω ἑρμηνεύσαμε.

Γ΄.  Ἀπὸ τὸν «ἀνεωγμένο» τάφο τοῦ Χριστοῦ γεννιέται καινούργιος κόσμος· «…παράγεις γὰρ τὰ σύμπαντα καὶ καινοποιεῖς…». Ἡ ἀνακαίνιση αὐτὴ τοῦ κόσμου, καὶ ἡ ἀφθαρτοποίηση τοῦ φθαρτοῦ εἶναι ἡ κεντρικὴ ἰδέα τοῦ ἔργου, τὴν ὁποία συμπληρώνουν ὅλες οἱ ὑπόλοιπες ἀλήθειες τοῦ ἔπους αὐτοῦ.

Δ΄.  «Ἡ ἐν σταυρῷ θεία κένωσις», ἡ θεϊκὴ συγκατάβαση καὶ ταπείνωση ποὺ κορυφώθηκε πάνω στὸ σταυρό, ποὺ συγκλόνισε ἀκόμη καὶ τὰ ἄψυχα, τὴν ὁποία καὶ ὁ προφήτης Ἀββακοὺμ προεῖδε καὶ προεκήρυξε, εἶναι μία ἀκόμη ἀλήθεια τοῦ ποιήματος.

Ε΄. Ἡ ἀπελευθέρωση τῶν «ἀπ’ αἰῶνος δεσμίων», μιά ἀλήθεια ποὺ δίνει ἐλπίδα καὶ χαρὰ σὲ ὅλες τὶς γενεὲς τῶν πιστῶν διαλαλεῖται πανηγυρικὰ σὲ ὅλες σχεδὸν τὶς στροφὲς τοῦ κανόνα. «Ἀναστήσονται οἱ νεκροὶ καὶ ἐγερθήσονται οἱ ἐν τοῖς μνημείοις…», «…τὰ τοῦ θανάτου κλεῖθρα διεσπάραξας…».

ΣΤ΄. Ὁ πραγματικὸς θάνατος τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ ἀφθαρσία τοῦ σώματός του στὸν τάφο εἶναι μιά ἀλήθεια ποὺ ὁ Κοσμᾶς διατυπώνει μὲ ἰδιαίτερη φροντίδα, ὥστε νὰ μὴ εἶναι δυνατὴ κάθε παρερμηνεία. Ὁ χωρισμὸς τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ σῶμα, ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ, ἦταν πραγματικός, ὅπως γίνεται σὲ κάθε ἄνθρωπο ποὺ πεθαίνει. Ἡ διαδικασία ὅμως ἀποσύνθεσης δὲν ξεκίνησε ποτὲ στὸ νεκρὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, γιατί ἐκεῖ, στὸν τάφο παροῦσα, ἑνωμένη ἀχώριστα μὲ τὸ σῶμα, ἦταν ἡ Θεότητα, ὅπως καὶ μὲ τὴν ψυχή του, ποὺ δὲν ἐγκαταλείφθηκε μόνη στὸν Ἅδη. «…ἡ γὰρ σάρξ σου διαφθορὰν οὐκ οἶδε, Δέσποτα, οὐδὲ ἡ ψυχή σου εἰς ἅδου ξενοπρεπῶς ἐγκαταλέλειπται». Αὐτὴ (ἡ θεότητα) εἶναι ἡ συνεκτικὴ δύναμη, γράφει ὁ Κοσμᾶς, ποὺ ἀποτρέπει τὴν ἀποσύνθεση, εἶναι ἡ ζωηφόρος ἀρχὴ ποὺ θὰ ἀναστήσει τὸ νεκρὸ σῶμα. Ὄλβιος, πράγματι, ὁ τάφος.

Ζ΄. Τὸν ἐπίλογο τοῦ μεγάλου ἔπους ἀποτελεῖ ἡ τελευταία πρόταση, ὁ τελευταῖος στίχος τοῦ ἔργου, ὅπου ἀπὸ τὰ ἴδια θεανθρώπινα χείλη προαναγγέλλεται ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ λύτρωση τοῦ ἀνθρώπινου γένους· «… τὸν Ἀδὰμ σὺν τῇ Εὒᾳ λυτροῦμαι παγγενῆ καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἑξαναστήσομαι.».

Μὲ κάθε ἐπιφύλαξη καὶ μὲ δέος ποὺ προκαλεῖ τὸ μεγάλο αὐτὸ ἔπος σὲ ὅλους ποὺ ἔρχονται σὲ στενὴ ἐπαφὴ μαζί του, θὰ ἐπιχειρήσομε μιά σύντομη καὶ μικρὴ ἀνάλυσή του μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι αὐτὴ θὰ βοηθήσει τοὺς πιστοὺς ἀκροατὲς τῆς ἀκολουθίας.

Α΄ Λογοτεχνικὰ στοιχεῖα τοῦ κανόνα. (Λογοτεχνικὴ ἀνάλυση)

1) Δομή. Ὁ κανόνας εἶναι ὀκταώδιος. Κάθε ᾠδὴ ἔχει τὸν εἱρμὸ καὶ τρία ἀκόμη τροπάρια, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν Ζ΄ ᾠδή, ποὺ ἔχει τέσσερα τροπάρια. Ἔτσι τὸ ἔργο ἔχει συνολικὰ 33 τροπάρια (στροφές).
Εἰσαγωγὴ : στὸ ποίημα ἀποτελοῦν ὁ εἱρμὸς καὶ τὸ πρῶτο τροπάριο τῆς πρώτης ᾠδῆς καὶ ἐπίλογο τὸ τελευταῖο τροπάριο τῆς Θ΄ ᾠδῆς. Τὸ κύριο θέμα, ὁ θάνατος καὶ ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, καὶ οἱ ἐκ τοῦ τάφου ἐκπηγάζουσες εὐλογίες, ἀναπτύσσεται σὲ ὅλο τὸν κανόνα, ἀλλὰ ἡ κεντρικὴ ἰδέα, ἡ ἀνακαίνιση τοῦ κόσμου, βρίσκεται στὴν Ε΄ ᾨδή. «Νεοποιεῖς τοὺς γηγενεῖς…».

Ἀκροστιχίδα : Εἶναι μία φράση, ποὺ σχηματίζεται ἀπὸ τὰ πρῶτα γράμματα τῶν τροπαρίων τοῦ ποιήματος καὶ ἔχει πάντα σχέση μὲ τὴν ὑπόθεση τοῦ ἔργου. Ἀπὸ τὴν ἀκροστιχίδα τοῦ κανόνα αὐτοῦ φαίνεται καθαρά, ὅτι οἱ τέσσαρες πρῶτοι εἱρμοὶ (α΄, γ΄, δ΄ καὶ ε΄) δὲν ἀνήκουν στὸν κορμὸ τοῦ κανόνα, ἀφοῦ τὰ ἀρχικά τους γράμματα δὲν περιλαμβάνονται στὴν ἀκροστιχίδα. Ἀποδεικνύεται ἔτσι ἀβίαστα, ὅτι ὁ συγγραφέας τοῦ ἔργου δὲν εἶναι ἕνας, παρ’ ὅτι τὸ ἔργο παρουσιάζεται ὁμοιογενὲς καὶ ἑνιαῖο.

Τὸ περιεχόμενο τοῦ ἔργου εἶναι δογματικό, σὲ ἀντίθεση μὲ ὅλους τους ἄλλους κανόνες τῆς Μ. Ἑβδομάδος, τῶν ὁποίων τὸ περιεχόμενο εἶναι ἱστορικό. Ἀναπτύξαμε παραπάνω τὶς κυριότερες θεολογικὲς ἀλήθειες αὐτοῦ τοῦ περιεχομένου.

2) Οἱ συγγραφεῖς τοῦ ἔργου. Δημιουργοὶ αὐτοῦ τοῦ μεγάλου ἔργου, σύμφωνα μὲ τὶς πληροφορίες τοῦ Τριῳδίου εἶναι τρεῖς. Πρῶτος ὁ Κοσμᾶς, ἐπίσκοπος Μαϊουμᾶ ἔγραψε στὶς ἀρχὲς τοῦ 8ου αἰώνα τὸ τετραώδιο ΣΤ΄, Ζ΄, Η΄ καὶ Θ΄ ᾠδές. Ἕνα αἰώνα περίπου ἀργότερα ἡ μοναχὴ Κασσία (Κασσιανὴ) συμπλήρωσε τὸ τετραῴδιο τοῦ Κοσμᾶ μὲ ἄλλες τέσσαρες ᾠδὲς (Α΄, Γ΄, Δ΄, Ε΄). Τέλος ὁ Μάρκος, ἐπίσκοπος Ἱδροῦντος (otranto τῆς Ἰταλίας) στὶς ἀρχὲς τοῦ Ι΄ αἰώνα ἀντικατέστησε τὶς τέσσαρες ᾠδὲς τῆς Κασσιανῆς μὲ δικές του, κράτησε ὅμως τοὺς εἱρμοὺς ἀπὸ τὶς ᾠδὲς αὐτές, δίνοντας ἔτσι στὸν Κανόνα τὴ σημερινή του μορφή.


3) Ἡ γλώσσα καὶ τὸ ὕφος. Παρ’ ὅτι οἱ συγγραφεῖς εἶναι τρεῖς καὶ ζοῦν σὲ διαφορετικὲς ἐποχὲς καὶ σὲ διαφορετικὲς χῶρες, τὰ δύο αὐτὰ στοιχεῖα εἶναι ὁμοιογενῆ. Ἡ γλώσσα ἁπλὴ καὶ κατανοητή, εὐκολύνει τὴν κατανόηση τῶν προσφερομένων ἀληθειῶν· ἡ ὁρολογία τῶν λέξεων ὁμοιογενὴς καὶ αὐτὴ σὲ ὅλο τὸ ἔργο. Τὸ ὕφος γλυκὺ καὶ συναρπαστικό, ὁμοιογενὲς καὶ αὐτὸ σὲ ὅλες τὶς ᾠδὲς συναρπάζει τὸν ἀναγνώστη καὶ τὸν ἀκροατὴ ἀπὸ τὴν πρώτη μέχρι καὶ τὴν τελευταία λέξη τοῦ ποιήματος.

4) Τὰ καλλωπιστικὰ στοιχεῖα ἀφθονοῦν στὸ ἔργο. Ὀξύμωρα σχήματα, ζωηρὲς ἀντιθέσεις, ἐπαναλήψεις μὲ ποικίλες μορφές, πρωτότυπες λέξεις, συνώνυμα καὶ ἀντώνυμα, ζωντανὲς εἰκόνες, προσωποποιήσεις κ.ἂ. ὄχι μόνο ἐντυπωσιάζουν, ἀλλὰ καὶ βοηθοῦν στὴν πρόσληψη καὶ κατανόηση τῶν προσφερομένων ἀληθειῶν καὶ τὴν ἀποταμίευσή τους.

5) Μέτρο. Τὸ ἔργο, ἔπος ἡρωϊκὸ καὶ διδακτικὸ συγχρόνως, ἐν τούτοις συμμορφώνεται στὰ μέτρα τῆς ἑλληνικῆς λυρικῆς ποίησης (ἀριθ. συλλαβῶν, τονισμὸς τῶν συλλαβῶν, ἰσοστιχία, ὁμοιοκαταληξία κ.ἂ.). Ὑπάρχει ὅμως ἐδῶ (ὅπως καὶ σὲ ὅλους τούς κανόνες) ἕνα καινούργιο μετρικὸ στοιχεῖο, ποὺ ἀποτελεῖ τὸ κύριο χαρακτηριστικό τοῦ κανόνα καὶ τὴν εἰδοποιὸ διαφορά του ἀπὸ ὅλα τὰ ἄλλα εἴδη ποιήσεως. Τὸ στοιχεῖο αὐτὸ εἶναι ὁ εἱρμὸς καὶ ἡ ἀπόλυτη ἐξάρτηση τῶν ὑπολοίπων τροπαρίων τῆς ᾠδῆς ἀπὸ αὐτόν· τὸ στοιχεῖο αὐτὸ εἶναι ἐφεύρημα τῶν Μουσουργῶν τῆς Ἐκκλησίας μας.

Β΄ Ἡ Μουσικὴ τοῦ ἔργου (Μουσικὴ ἀνάλυση).

 Ὁ συνθέτης τοῦ πρώτου τετραῳδίου (στ΄, ζ΄, η΄ καὶ θ΄ ᾠδῶν) Κοσμᾶς, μεγάλος μουσουργὸς καὶ θεολόγος, ἐπέλεξε τὸν ἦχο καὶ τὴν μελωδία καὶ ἀνέπτυξε τὶς μουσικὲς γραμμὲς ἀνάλογα μὲ τὴν ὑπόθεση τοῦ ἔργου, ποὺ κάθε ἄλλο παρὰ θλιβερὴ εἶναι. Ὁ Κύριος εἶναι νεκρὸς στὸν τάφο, ἀλλὰ τὰ μηνύματα τῆς ἀναστάσεως καὶ τῆς νίκης ἔρχονται ἀπὸ ὅλες τὶς στροφὲς τοῦ ποιήματος. Ἐκλέγεται καὶ χρησιμοποιεῖται ἡ μαλακὴ χρωματικὴ κλίμακα (ἦχος πλ. τοῦ Β΄ εἱρμολογικός), γιὰ νὰ τονισθεῖ τόσο ἡ σοβαρότητα τῆς ὑποθέσεως, ὅσο καὶ ἡ γλυκιὰ ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεως καὶ τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἦχος αὐτός ὡς ἐκ τῆς φύσεώς του εἶναι ἐλπιδογενής· οἱ μουσικὲς γραμμὲς του ἁπλές, εὔκολες καὶ εὐχάριστες· ἀποφεύγονται τὰ ὕψη, καὶ ἡ ἔκταση τοῦ μέλους συνήθως περιορίζεται σὲ λιγότερο ἀπὸ μία κλίμακα, στοιχεῖα ποὺ προσδίδουν τὴ σοβαρότητα ποὺ ἁρμόζει στὸ περιεχόμενο καὶ τὴν ὑπόθεση τοῦ ἔργου.

Γ΄  Ἡ Θεολογία τοῦ ἔργου (Θεολογικὴ ἀνάλυση)

Ἡ κεντρικὴ ἰδέα τοῦ ἔργου καὶ οἱ κυριώτερες θεολογικὲς ἀλήθειες ἀναφέρθηκαν ἀρκούντως παραπάνω, στὸ πρῶτο μέρος αὐτῆς τῆς πραγματείας «Ὄλβιος τάφος». Ἐδῶ θὰ προσθέσωμε ὅτι ὁ κανόνας αὐτός, διάσπαρτος ἀπὸ θεολογικὲς ἀλήθειες, θὰ μποροῦσε νὰ ἀποτελέσει ὁδηγὸ καὶ πυξίδα τοῦ πιστοῦ, ἂν τὸ περιεχόμενό του γινόταν περισσότερο προσιτὸ σ’ αὐτόν. Ὅτι μὲ θώρακα αὐτὸν τὸν κανόνα ὁ πιστὸς μπορεῖ νὰ μείνει ἄτρωτος ἀπὸ τὰ ἰοβόλα βέλη τῶν αἱρετικῶν. Ἡ θεολογικὴ ἀνάλυση τοῦ κανόνα αὐτοῦ δὲν ἐξαντλεῖται μὲ τὰ ὀλίγα ποὺ γράφουμε ἐδῶ. Εἶναι ἀνεξάντλητη. Στόχος μας εἶναι νὰ δοθοῦν ὁρισμένα ἐρεθίσματα σὲ ὅσους θέλουν νὰ μελετήσουν τὸ περιεχόμενο αὐτοῦ του ἔργου. Γιὰ λόγους μόνο πρακτικοὺς παραθέτομε τὸν παρακάτω πίνακα ἀληθειῶν τοῦ κανόνα.
1) Ἀνακαίνιση τοῦ ἀνθρώπου (4, 10, 14, 15, 16, 19, 20, 22, 23, 33)
2) Ὁ θάνατος τοῦ θανάτου καὶ ἡ νέκρωση τοῦ Ἅδη (2, 11, 22, 23, 33)
3) Ὁ Κύριος (κατὰ τὴν παραμονή του στὸν τάφο) δίδαξε στοὺς νεκροὺς καὶ ἀπελευθέρωσε τοὺς δεσμίους (4, 6, 7, 27)
4) Ἡ θυσία τοῦ Κυρίου ἔφερε καταλλαγὴ τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεὸ
5) Ὁ θάνατος τοῦ Κυρίου ἦταν πραγματικὸς ἀλλὰ ἡ φθορὰ δὲν ξεκίνησε ποτὲ στὸ σῶμα του (3, 11, 21, 22, 26, 27, 28, 30, 31)
6) Ὁ Κύριος ἔγινε νέος Ἀδὰμ (14, 15, 16, 27, 33)
7) Κατὰ τὸν θάνατο καὶ τὴν ταφὴ τοῦ Κυρίου δὲν χώρισαν οἱ δύο φύσεις του (12, 18, 25)
8) Τὰ πάθη καὶ ἡ ταφὴ τοῦ Κυρίου ἦταν ἑκούσια (8, 29, 32)
9) Ἡ μέχρι σταυροῦ καὶ θανάτου κένωση καὶ ταπείνωση (9, 19)
10) Συμμετοχὴ τῆς ἄψυχης φύσης στὸ Πάθος (5, 17)
11) Ὁ θάνατος τοῦ Κυρίου καὶ ἡ ταφὴ προτυπώθηκαν στὴν Π.Δ. (9, 10, 13, 17)
12) Ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεως (13, 30, 31, 32, 33). Σημ. Μὲ τοὺς ἀριθμ. 1 ἕως 33 ἀριθμήσαμε χάριν εὐκολίας τὰ 33 τροπάρια τοῦ Κανόνα.

Κατὰ τὴ γνώμη μας ὁ παρὼν κανόνας μαζὶ μὲ τὸν κανόνα τοῦ Πάσχα τοῦ Ἰ. Δαμασκηνοῦ εἶναι τὰ κορυφαῖα ποιοτικὰ ἔργα τῆς Ὀρθόδοξης Ὑμνολογίας.

Συνιστοῦμε στοὺς ἀναγνῶστες μας νὰ ἀκούσουν αὐτὸν τὸν κανόνα μέσα στὸν φυσικό του χῶρο καὶ χρόνο, στὴν Ἱερὴ Ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου τοῦ Μ. Σαββάτου (Μεγ. Παρασκευὴ βράδυ) μέσα στὸν Ἱερὸ Ναό, ἐν μέσῳ ἱεροῦ κλίματος καὶ ἐκκλησιάσματος. Εἶναι βέβαιο, ὅταν καὶ οἱ ἱεροψάλτες βοηθοῦν μὲ τὴν καλλιφωνία τους, ὅτι ἐκεῖ πραγματοποιεῖται ἡ τέλεια ἐπαφὴ μὲ τὸ ἱερὸ αὐτὸ κείμενο καὶ προκύπτει ἡ ἀνάλογη ὠφέλεια. Ἡ δική μας παροῦσα προσπάθεια στόχο ἔχει νὰ πληροφορήσει τὸν πιστὸ καὶ νὰ τὸν βοηθήσει στὴν προσέγγιση τῶν ἱερῶν κειμένων.