Δευτέρα 14 Μαΐου 2018

Η ΑΝΑΛΗΨΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ


Ἡ ἔνδοξος Ἀνάληψις.
. Ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου ἀρχίζει μὲ τὸν Εὐαγγελισμὸ «Σήμερον τῆς σωτηρίας ἡμῶν τὸ κεφάλαιον…» καὶ ὁλοκληρώνεται μὲ τὴν Ἀνάληψη. «Τὴν ὑπὲρ ἡμῶν πληρώσας οἰκονομίαν καὶ τὰ ἐπὶ γῆς ἑνώσας τοῖς οὐρανίοις ἀνελήφθης ἐν δόξῃ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν…». Αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν ὁλοκλήρωση τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴν Ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ τονίζουν ἰδιαίτερα ὅλοι σχεδὸν οἱ ὕμνοι τῆς ἡμέρας μὲ τρόπο θαυμαστὸ καὶ ἀριστουργηματικό.

Μεγάλη, πολὺ μεγάλη, ἡ Δεσποτικὴ γιορτὴ τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Χριστοῦ, τὴν ὁποία σαράντα μέρες μετὰ τὴν Ἀνάστασή του, τὴν Πέμπτη της Ἀναλήψεως, ἑορτάζει πανηγυρικὰ ἡ Ἐκκλησία μας. Εἶναι μεγάλη ἡ γιορτή, ὄχι μόνο γιατί εἶναι ὁ τελευταῖος σταθμὸς τῆς ἐπὶ γῆς παρουσίας του, ὄχι μόνο γιατί εἶναι ἡ τελευταία, ἡ ἀποχαιρετιστήρια, συνάντηση μὲ τοὺς μαθητές του, ἀλλὰ κυρίως εἶναι μεγάλη, ἐπειδὴ ἡ Ἀνάληψη εἶναι ἡ ὁλοκλήρωση, τὸ «πλήρωμα» τοῦ Ἀπολυτρωτικοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ

Ἡ «Μεγάλη Βουλὴ τοῦ Θεοῦ», τὸ Θεῖο Σχέδιο τῆς σωτηρίας τοῦ πεσόντος ἀνθρώπου, ἐφαρμόστηκε καὶ ἐκτελέστηκε μὲ τὴ Σάρκωση τοῦ Θεοῦ Λόγου καὶ τὸν φωτισμὸ τοῦ κόσμου ἀπὸ τὸν Ἥλιο τῆς δικαιωσύνης· μὲ τὰ πάθη καὶ τὸν θάνατο τοῦ Χριστοῦ, μὲ τὰ ὁποῖα καὶ πληρώθηκαν τὰ λύτρα τῆς ἀπελευθέρωσης τοῦ ἀνθρώπου· μὲ τὴν ταφὴ καὶ τὴν Ἀνάστασή του, μὲ τὴν ὁποία ἀφθαρτοποιεῖται καὶ ἀνακαινίζεται, «καινοποιεῖται», ἡ ἀνθρώπινη φύση. Αὐτὸ τὸ ἀφθαρτοποιημένο καὶ θεοποιημένο ἀνθρώπινο σῶμα, καὶ τὴν ψυχὴ βεβαίως, ὅλη τὴν ἀνθρώπινη φύση, μὲ τὴν ὁποία σαρκούμενος ἑνώθηκε ἀχωρίστως, ἀνεβάζει ὁ Χριστὸς καὶ καθίζει στὰ δεξιὰ τοῦ Πατρὸς μὲ τὴν Ἀνάληψή του. Ἐκεῖ ποὺ θὰ βρισκόταν, χωρὶς νὰ περάσει ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὴ δοκιμασία τοῦ θανάτου, ἂν δὲν ἔπεφτε

Τὸ ἀνέβασμα, λοιπόν, τῆς ἀνθρώπινης φύσης στὰ δεξιὰ τοῦ Πατρός, τὴ δική μας ἀνάληψη καὶ ἀποκατάσταση πανηγυρίζομε μὲ τὴν Ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ. Ἐκεῖ, στὰ δεξιὰ τοῦ Πατέρα, θὰ βρεθοῦν τὰ ἀναστημένα σώματα τῶν δικαίων, ἑνωμένα καὶ πάλι μὲ τὶς ψυχές, κατὰ τὴ Δευτέρα παρουσία τοῦ Κυρίου καὶ τὸ τέλος τοῦ κόσμου. Οἱ ὑμνογράφοι τῆς ἡμέρας εἶναι σαφεῖς καὶ κατηγορηματικοὶ στὴ διατύπωση αὐτῆς τῆς ἀλήθειας: «… ὁ δι’ ἐμὲ πτωχεύσας κατ’ ἐμὲ καὶ ἀναβάς, ὅθεν οὐκ ἐχωρίσθης…», «… καὶ τὴν πεσοῦσαν φύσιν ἡμῶν συμπαθῶς ἀνυψώσας, τῷ Πατρὶ συνεκάθισας…». Ἀκόμη εὐκρινέστερα: «τὴν καταβᾶσαν φύσιν τοῦ Ἀδάμ… καινοποιήσας σεαυτῷ, ὑπεράνω πάσης ἀρχῆς καὶ ἐξουσίας ἀνήγαγες σήμερον…». Ἀνέβασε, λοιπόν, τὸν ἄνθρωπο, τὴν ἀνακαινισμένη «ἐν ἑαυτῷ» ἀνθρώπινη φύση πιὸ πάνω καὶ ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους ἀκόμη, τονίζει ὁ ποιητὴς τοῦ ὕμνου, μὲ τὴν Ἀνάληψή Του.

Εἶναι, λοιπόν, ἡ Ἀνάληψη, ἡ ὁλοκλήρωση τοῦ ἀπολυτρωτικοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ, ὅπως καὶ παραπάνω σημειώσαμε: «Τὴν ὑπὲρ ἡμῶν πληρώσας οἰκονομίαν, καὶ τὰ ἐπὶ γῆς ἑνώσας τοῖς οὐρανίοις, ἀνελήφθης ἐν δόξῃ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν…» ψάλλει τὸ Κοντάκιο τῆς ἡμέρας, τὸ ἀρχαιότατο καὶ ὡραιότατο αὐτὸ τροπάριο. «… τὴν ὑπὲρ ἡμῶν πληρώσας οἰκονομίαν…». Ὁ ἴδιος ὡς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, πάντα ἦταν στὰ δεξιὰ τοῦ Πατέρα. «Ἀνῆλθες, Χριστέ, πρὸς τὸν ἄναρχον Πατέρα σου ὁ τῶν κόλπων αὐτοῦ μὴ χωρισθείς…». Χάριν τοῦ ἀνθρώπου ὁλοκληρώνεται τὸ Θεῖο Σχέδιο: «Ἀνέβη ὁ Θεὸς τοῦ ἀνυψῶσαι τὴν πεσοῦσαν εἰκόνα τοῦ Ἀδάμ..» καὶ «ὁ προαιώνιος Θεὸς καὶ ἄναρχος, ἣνπερ ἀνείληφε φύσιν ἀνθρώπειον, θεοποιήσας μυστικῶς, σήμερον ἀνελήφθη…». Ἀλλὰ ἀκόμη εὐκρινέστερος εἶναι ὁ Ἰωσὴφ ὁ ὑμνογράφος (10ος αἰὼν) στὸν Κανόνα τῆς ἡμέρας: «Τὴν φύσιν τῶν ἀνθρώπων, Χριστέ, φθορᾷ πεσοῦσαν ἑξανέστησας, καὶ τῇ ἀνόδῳ σου ὕψωσας, καὶ σαυτῷ ἡμᾶς ἐδόξασας.».

Συγκλονιστικὸ εἶναι τὸ πρῶτο τροπάριο τῶν ἀποστίχων τῆς ἡμέρας, τὸ ὁποῖο μέσα σὲ λίγες γραμμὲς προσφέρει ὅλο τὸ Θεῖο Σχέδιο, τὴν θεία Οἰκονομία τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου· θὰ μποροῦσε κανεὶς ἀβίαστα νὰ πεῖ, ὅτι τὸ τροπάριο αὐτὸ εἶναι ἡ περίληψη ὅλης της ὑμνολογίας τῶν ἡμερῶν.

«Ἐτέχθης ὡς αὐτὸς ἠθέλησας·
ἐφάνης ὡς αὐτὸς ἠβουλήθης·
ἔπαθες σαρκί, ὁ Θεὸς ἡμῶν·
ἐκ νεκρῶν ἀνέστης, πατήσας τὸν θάνατον·
ἀνελήφθης ἐν δόξῃ, ὁ τὰ σύμπαντα πληρῶν·
καὶ ἀπέστειλας ἡμῖν Πνεῦμα Θεῖον,
τοῦ ἀνυμνεῖν καὶ δοξάζειν σου τὴν Θεότητα.»

Πράγματι, λίγο πρὶν τὴν Ἀνάληψή του ὁ Κύριος ὑποσχέθηκε στοὺς μαθητὲς του τὴν κάθοδο τοῦ Παρακλήτου, «…ἄλλον Παράκλητον πέμψω ὑμῖν· Ἐκεῖνος ὁδηγήσει ὑμᾶς εἰς πάσαν τὴν ἀλήθειαν», ὑπόσχεση, ἡ ὁποία καὶ πραγματοποιήθηκε δέκα μέρες μετὰ τὴν Ἀνάληψή του, μὲ τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὸ ὁποῖον «ἐνδημῆσαν τῇ Ἐκκλησίᾳ ὁδηγεῖ αὐτὴν εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν…».

Θὰ πρέπει ἐπίσης νὰ σημειώσουμε, ὅτι, κατὰ τοὺς ὑμνογράφους ἡ Ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ εἶναι μυστήριο, τὸ ὁποῖο δὲν γνώριζαν οὔτε αὐτοὶ οἱ ἄγγελοι. «Μυστήριον τὸ ἀπ’ αἰῶνος κεκρυμμένον». Διαποροῦν καὶ θαυμάζουν οἱ ἄγγελοι «τῆς ἀνόδου τὸ ξένον». Ἄγνωστη γι’ αὐτοὺς ἡ Ἀνάληψη. Διαποροῦν καὶ ἐξίστανται, ἐπειδὴ βλέπουν τὸν Κύριό τους, τὸν ἄϋλο Θεὸ, νὰ ἀνέρχεται μὲ σῶμα ἀνθρώπινο: «Ἐξίσταντο Ἀγγέλων χοροί, Χριστέ, ὁρῶντες μετὰ σώματος ἀναληφθέντα καὶ ἀνύμνουν τὴν ἁγίαν σου Ἀνάληψιν». Κατανοοῦν ὅμως τὸ μυστήριο, χαίρονται γιὰ τὴν ἀνύψωση τῆς ἀνθρώιπινης φύσης καὶ δοξάζουν τὴν θεία συγκατάβαση μὲ μιά συγκλονιστικὴ ὑποδοχὴ τοῦ Μεγάλου Βασιλέως κράζοντες «ἄρατε πύλας οἱ ἄρχοντες ἡμῶν καὶ εἰσελεύσεται ὁ Βασιλεὺς τῆς δόξης».

Τὴν Ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ προεῖδαν καὶ προεκήρυξαν καὶ οἱ προφῆται. Ἀποσπάσματα ἀπὸ τοὺς προφῆτες Ἡσαΐα καὶ Ζαχαρία ἀναγινώσκονται στὴν Ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς ἡμέρας μὲ περιγραφὲς τῆς Ἀναλήψεως τόσο ζωντανὲς καὶ λεπτομερεῖς, ὅσο καὶ οἱ περιγραφὲς τῶν Εὐαγγελιστῶν. Ὁ Ζαχαρίας μάλιστα ἀναφέρει καὶ τὴν ἀκριβῆ τοποθεσία τῆς Ἀναλήψεως, τὸ ὂρος τῶν ἐλαιῶν.

Τέλος ὁ προφητάναξ Δαυΐδ, πρὶν ἀπὸ τοὺς προφῆτες, χίλια χρόνια πρὸ Χριστοῦ, στὸν 6ο στίχο τοῦ 46ου Μεσσιανικοῦ ψαλμοῦ του «… ἀνέβη ὁ Θεὸς ἐν ἀλαλαγμῷ, Κύριος ἐν φωνῇ σάλπιγγος» βλέπει νὰ διαδραματίζεται τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναλήψεως ζωντανὰ μπροστά του.

Συνιστοῦμε τὴν μελέτη τοῦ ψαλμοῦ αὐτοῦ, τὸν ὁποῖο ἀριστουργηματικὰ μελοποίησε ὁ μέγας ἄρχων Πρωτοψάλτης τοῦ Οἰκ. Πατριαρχείου Τριαντάφυλλος Γεωργιάδης, καὶ ἐπικαίρως πολλοὶ ἱεροψάλτες ψάλλουν στοὺς ἱεροὺς Ναούς.