Πέμπτη 17 Μαΐου 2018

ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ - ΓΥΝΑΙΚΑ


Τὸ Ἐθνικὸ ἅλας
Τὸ ἁλάτι, ὅπως ὅλοι γνωρίζομε, δὲν δίνει μόνο γεύση στὰ φαγητά, ἀλλὰ καὶ συμβάλλει στὴ συντήρησή τους ἀποτελεσματικά. Ἰδιαίτερα στὰ παλαιότερα χρόνια, ποὺ δὲν ὑπῆρχαν τὰ σημερινὰ μέσα συντήρησης, τὸ ἁλάτι ἦταν ἀπαραίτητο στοιχεῖο ἐπιβίωσης. Ἡ συμβολὴ ἐπίσης τοῦ ἅλατος στὴν ὁμαλὴ λειτουργία τοῦ ἀνθρώπινου ὀργανισμοῦ τὸ καθιστᾷ ἀπαραίτητο ἀγαθὸ γιὰ τὸν ἄνθρωπο.  




Ἐπιλέξαμε αὐτὴ τὴν μεταφορὰ «ἐθνικὸ ἅλας» γιὰ τὸ ἑλληνικὸ τραγούδι γιατί, κατὰ τὴ γνώμη μας, ἡ μουσικὴ ἔχει ἀντίστοιχες μὲ τὸ ἁλάτι εὐεργετικὲς γιὰ τὸν ἄνθρωπο ἐπιδράσεις. Γλυκαίνει καὶ αὐτὴ τὸν ἀνθρώπινο λόγο, τὸν κάνει πιὸ εὔληπτο, τὸν συντηρεῖ καὶ τὸν ἐξυψώνει. Ὁ ἀνθρώπινος λόγος ἐπενδυμένος μὲ μουσικὴ καὶ ρυθμό, στοιχεῖα ἔμφυτα στὸν ἄνθρωπο, εἰσχωρεῖ στὸ νοῦ καὶ στὴν ψυχὴ του εὐκολώτερα, βαθύτερα καὶ μονιμότερα. Εἶναι, ἡ μουσική, τὸ ἰσχυρότερο συνεκτικὸ καὶ συντηρητικὸ στοιχεῖο, πιὸ ἰσχυρὸ καὶ ἀπὸ αὐτὸ τὸ ἅλας.

Μὲ τὴν ἔννοια αὐτὴ τὸ ἑλληνικὸ τραγούδι εἶναι μαζὶ μὲ τὴ γλῶσσα, τὴ θρησκεία, τὰ ἤθη καὶ ἔθιμά μας, ἕνα ἰσχυρὸ στοιχεῖο τῆς ἐθνικῆς μας ταυτότητας ἀπὸ τὰ χρόνια τοῦ Ὁμήρου μέχρι σήμερα. Ἡ διάσωση λοιπὸν τῆς ταυτότητάς μας αὐτῆς στὶς μακραίωνες ἐθνικὲς περιπέτειες ὀφείλεται ἐν μέρει καὶ στὸ ἐθνικὸ αὐτὸ ἅλας, τὸ ἑλληνικὸ ἄσμα, ποὺ παρὰ τὶς ἐξωτερικὲς ἀλλαγές του, στὴν οὐσία ἔμεινε ἴδιο.

Ὀφείλουμε σήμερα εὐγνωμοσύνη σὲ ὅλους ὅσους ἀπὸ τὰ ἀρχαῖα χρόνια μέχρι τὶς μέρες μας καλλιέργησαν, δίδαξαν καὶ διέδωσαν τὸ ἐθνικό μας αὐτὸ ἀγαθό. Τραγουδοποιοί, συνθέτες, τραγουδιστές, μικροὶ καὶ μεγάλοι, ἐπώνυμοι καὶ ἀνώνυμοι, εἶναι εὐεργέτες τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ὅταν προάγουν τὸ γνήσιο Ἑλληνικὸ τραγούδι. Εἶναι ἀξιέπαινοι ἐπίσης ὅσοι ἀγωνίζονται σήμερα ἐνάντια στὴν ξένη εἰσβολή, προβάλλοντας ὡς ἀσπίδα προστασίας τὸ γνήσιο ἑλληνικὸ τραγούδι εἴτε μὲ τὰ μέσα μαζικῆς ἐνημέρωσης, εἴτε μὲ ὁποιονδήποτε ἄλλο τρόπο. Τὸ μέλλον θὰ ἀποδείξη τὴν μεγάλη τους προσφορά. Ὅσον καιρὸ ὁ τόπος μας θὰ ἔχει τὰ στόματα αὐτά, ποὺ σήμερα ζωντανεύουν τὸ λαϊκὸ καὶ Δημοτικὸ τραγούδι σὲ ὅλη τὴν Ἑλλάδα, δὲν ἔχει νὰ φοβηθεῖ τίποτε ἀπὸ τὴν ξένη εἰσβολή.

Γιὰ τὴν μεγάλη προσφορὰ τῶν Ἑλλήνων τραγουδοποιῶν καὶ τραγουδιστῶν θὰ ἐπανέλθωμε. Εἶναι τόσο μεγάλα τὰ ὀνόματα, καὶ τόσο μεγάλο τὸ ἔργο τους, ἡ ἐθνική τους προσφορά, ποὺ ἴσως οἱ ἴδιοι δὲν συνειδητοποίησαν, ὥστε μπορεῖ κανεὶς ἀβίαστα νὰ τοὺς προσδώσει τὸν τιμητικὸ τίτλο τοῦ ἐθνικοῦ εὐεργέτου, μὲ τὸν ὁποῖο καὶ θὰ ἐπανέλθωμε σύντομα.

Ἡ σημερινή μας τοποθέτηση, μὲ τὴν εὐκαιρία τῆς θλιβερῆς ἐπετείου τῆς πτώσεως τῆς Πόλης, στόχο ἔχει τὴν προσφορὰ τῆς Ἑλληνίδας γυναίκας στὸ ἔθνος, καὶ τὴν ἀντίστασή της στὸν ἀφελληνισμὸ κατὰ τὴν μακραίωνη δουλεία, ὅπως τὴν βλέπομε μέσα στὰ δημοτικά μας τραγούδια. Ἀνώνυμες παρέμειναν οἱ περισσότερες ἠρωϊκὲς γυναῖκες τῶν Ἑλληνικῶν τραγουδιῶν, ἀλλὰ ὁ ἡρωϊσμὸς καὶ τὸ ἔργο τους ἀκούγεται ἀνὰ τοὺς αἰῶνες.

Δὲν εἶναι μόνο ὁ Ζάλογγος καὶ ἡ Ἀραπίτσα, ὅπου οἱ γυναῖκες μὲ τραγούδι καὶ χορὸ προτίμησαν τὸ βάραθρο ἀπὸ τὴν ἀτίμωση καὶ τὸ χαρέμι. Τὸ Δημοτικὸ τραγούδι διασώζει ἑκατοντάδες περιπτώσεις ἀντίστασης τῆς Ἑλληνίδας γυναίκας.

Ἑτοιμόγεννη, «ἔμποδος», ἦταν ἡ γυναίκα τοῦ Ποντίου ἥρωα Ἀνδρόνικου, ὅταν οἱ Τοῦρκοι κυρίεψαν τὴν Πόλη, τὴν κατελήστευσαν καὶ ἀπεγύμνωσαν καὶ αὐτοὺς ἀκόμα τοὺς ἱεροὺς Ναούς. Στὸ χαρέμι τοῦ Ἀλῆ ἀγᾶ, ἀγαθοῦ ἀνθρώπου, ὅπου κατέληξε ἡ ἀνώνυμη «ἔμποδος» γέννησε τὸν γιό της. Στὰ φανερὰ τὸν μεγάλωνε σὰν τουρκάκι, σὰν γενίτσαρο. Στὰ κρυφὰ ὅμως «Ἐδιορμένευεν», τὸν συμβούλευε, τὸν ἐνημέρωνε γιὰ τὴν καταγωγή του. Μὲ κίνδυνο τῆς ζωῆς της ἔχτιζε μέσα στὸν γενίτσαρο ἕνα Ἕλληνα, μέσα στὸ χαρέμι.

«Υἱὲ μ’ ἂν ζῇς καὶ (γ)ίνεσαι σὴν Ρωμανίαν φύγον,
ἐκεῖ ἒ(χ)εις κὺρ Ἀνδρόνικον, καλαδελφὸν Ξανθῖνον».

Ὅπως τὸ μακρότατο ποίημα διηγεῖται, αὐτὸ ἔγινε· Ὅταν ὁ γενίτσαρος μεγάλωσε αὐτομόλησε καὶ βρῆκε τοὺς δικούς του. Παραθέτομε ἐπιλεγμένους στίχους ἀπὸ τὸ ποίημα αὐτὸ μελωποιημένους ἀπὸ τὸν μέγα ἄρχοντα Πρωτοψάλτη Τραπεζοῦντος Τριαντάφυλλο Γεωργιάδη τὸ 1917, τοὺς ὁποίους καὶ ἐδιδάξαμε στὴν χορωδία Εὐξείνου Λέσχης Σερρῶν τὴν δεκαετία τοῦ 1990.

«Οἱ Τοῦρκ’ ὄντες ἐκούρσευαν τὴν Πόλ’ τὴν Ρωμανίαν,
ἐπάτνανε τὰ Ἐκκλησιάς κι’ ἐπαῖρναν τὰ εἰκόνας·
ἐπαίρνανε χρυσὰ σταυροὺς κι’ ἀργυρά μαστραπάδες·
ἐπῆραν καὶ τὴν μάνναν μου σ’ ἐμὲν’ ἔμποδος π’ ἔτον.
Σὴν στράταν πάει κοιλοπονᾶ, σὴν Τσέργαν ’γέννεσέν με.
Ἀνοιχτὰ ἐνανούριζεν, κρυφὰ ’διορμένευέν με.
Υἱὲ μ’ ἂν ζῇς καὶ (γ)ίνεσαι σὴν Ρωμανίαν φύγον,
ἐκεῖ  ἒ(χ)εις κὺρ Ἀνδρόνικον κοιλαδελφὸν Ξανθῖνον…».

Στὰ μαῦρα ἐκεῖνα χρόνια της Σκλαβιᾶς καὶ τῆς πείνας πολλοὶ ἦταν οἱ γονεῖς ποὺ ἀναγκάζονταν νὰ δώσουν σὲ ξένους κάποιο ἀπὸ τὰ ὄμορφα κορίτσια τους, προκειμένου νὰ σώσουν τὰ ἄλλα παιδιά. Ἡ κόρη τοῦ τραγουδιοῦ, ποὺ ἀπὸ τὰ χρόνια της σκλαβιᾶς μέχρι τώρα ἀκούγεται ἀνόθευτο, παρακαλεῖ τὴν μάνα της νὰ τὴν παντρέψει, νὰ τὴ σπιτονοικυρέψει μικρὴ-μικρή, γιὰ νὰ μὴ ἔχει αὐτὴ τὴν τύχη, ἀλλὰ καὶ τὴν προειδοποιεῖ…

«Σοῦ εἶπα, μάνα μ’, καλή μου μάνα
Σοῦ εἶπα μάνα μ’ πάντρεψέ με, σπιτονοικοκύρεψέ με.
Καὶ στὰ ξένα, καλή μου μάνα
καὶ στὰ ξένα μὴ μὲ δώσεις, γιατί θὰ τὸ μετανοιώσεις.
Ξένον ἄντρα, καλή μου μάνα,
ξένον ἄντρα μὴ μοῦ δώσεις, γιατί θὰ τὸ μετανοιώσεις

          Τὴν Ἑλλάδα συμβολίζει ἡ μάννα τοῦ τραγουδιοῦ. Τὸ φαινόμενο σήμερα ἀντὶ νὰ ἐξαλειφθεῖ, πολλαπλασιάζεται. Διογκώνεται ἀπειλητικὰ γιὰ τὴν ὑπόστασή μας καὶ προβληματίζει κάθε Ἕλληνα πατριώτη. Παρὰ τὴν προειδοποίηση τοῦ τραγουδιοῦ «… καὶ στὰ ξένα μὴ μὲ δώσεις…» ἡ μάνα δὲν φαίνεται νὰ μετάνιωσε σήμερα.

Πιὸ μεγάλη ἐντύπωση προκαλεῖ ἡ θαρραλέα καὶ ἀποφασιστικὴ ἄρνηση τῆς Ρωμιοπούλας τῆς μαρτυρικῆς Θράκης. Οἱ παρακλήσεις τῶν γονιῶν της νὰ πάρει τὸν πλούσιον ξένον ἄντρα καὶ οἱ ὑποσχέσεις, ὅτι θὰ καλοπεράσει, δὲν τὴν πείθουν, οὔτε οἱ ἐπίμονες πιέσεις τὴν καταβάλλουν: «Δὲν τὸν ἐθέλω, δὲν τὸν ἐπαίρνω τὸν ξένον ἄντρα». Παραθέτομε τὸ συγκλονιστικὸ ἀντιστασιακὸ τραγούδι, τὸ ὁποῖο μὲ τὴ φωνὴ τοῦ Χρόνη Ἀηδονίδη ταξιδεύει σὲ ὅλη τὴν ὑφήλιο.

«Κάτω στὰ ρόϊδα στὴ Ροϊδοπούλα
ξένους ἀγάπησε μιά Ρωμοπούλα.
Κι’ ἡ Ρωμιοπούλα δὲν τὸν ἐθέλει
πάρτονε, κόρη μου, τὸν ξένον ἄντρα.
Πάρτονε, κόρη μου τὸν ξένον ἄντρα
θὰ σὲ φορέσει φλουριὰ καὶ χάντρα.
Θὰ σὲ φορέσει φλουριὰ καὶ χάνδρα
πάρτονε, κόρη μου, τὸν ξένον ἄντρα.
Δὲν τὸν ἐθέλω, δὲν τὸν ἐπαίρνω
δὲν τὸν ἐθέλω τὸν ξένον ἄντρα.
δὲν τὸν ἐθέλω τὸν ξένον ἄντρα
κι’ ἂς μὲ φορέσει φλουριὰ καὶ χάντρα
Δὲν τὸν ἐπαίρνω τὸν ξένον ἄντρα.

Πολὺ παρήγορο σημεῖο γιὰ τὸν τόπο μας καὶ γενικότερα γιὰ τὴν πορεία τοῦ ἔθνους εἶναι ὅτι, τὰ περισσότερα νεαρὰ παιδιὰ μας ἔχουν τὴν ἴδια θέση μὲ τὴ «Ρωμιοπούλα» καὶ ἀκολουθοῦν τὴν δική της πορεία, χωρίς, ἴσως, νὰ ἔχουν ἀκούσει τὸ συγκλονιστικὸ αὐτὸ τραγούδι.

Ἐπειδὴ τὸ ἐπίσημο ἑλληνικὸ κράτος καὶ οἱ ἁρμόδιες ὑπηρεσίες του παραβλέπουν τὸ ἐθνικὸ αὐτὸ «ἅλας» πολλὲς δεκαετίες τώρα (οἱ λίγες ἐξαιρέσεις ἐπιβεβαιώνουν τὸν κανόνα), εὐθύνη γιὰ τὴν ἀξιοποίηση καὶ καλλιέργεια τοῦ μεγάλου αὐτοῦ θησαυροῦ πέφτει στοὺς ὤμους τῶν πολιτιστικῶν Συλλόγων, πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ὁποίους ἐπαξίως τὴν ἀνέλαβαν, καὶ ἤδη οἱ πρῶτοι βλαστοὶ ἀπὸ τὰ φυτώριά τους γεμίζουν τὴν Ἑλλάδα μὲ καρπούς.

Εὖγε στοὺς Συλλόγους· μπράβο στὰ παιδιά. Καί… ἂς ξυπνήσουν οἱ ἀδρανεῖς Σύλλογοι.