Παρασκευή 18 Μαΐου 2018

Η ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ



Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ
Ἐπαγγελίας ἐκπλήρωσις
 Πεντηκοστή, ἡ ἡμέρα τῆς ἐπιφοιτήσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὴν Ἐκκλησία, ἡ τρίτη κατὰ σειρὰν μεγάλη ἑορτὴ τῆς Χριστιανoσύνης, μετὰ τὰ Χριστούγεννα καὶ τὸ Πάσχα, εἶναι, ὅπως παρακάτω ἰδιαίτερα θὰ τονισθεῖ, τὸ συμπλήρωμα τοῦ Θείου Σχεδίου, τῆς Μεγάλης Βουλῆς τοῦ Θεοῦ, γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου.

 Λίγο πρὶν τὴν Ἀνάληψή του ὁ Χριστὸς δίνοντας τὶς τελευταῖες ὁδηγίες καὶ ἐντολὲς στοὺς μαθητὲς του τοὺς ὑποσχέθηκε τὸ Ἅγιον Πνεῦμα: «… ἄλλον Παράκλητον πέμψω ὑμῖν…», «…καγώ ἐρωτήσω τὸν Πατέρα καὶ ἄλλον Παράκλητον δώσει ὑμῖν, ἳνα ἦ μεθ’ ἡμῶν εἰς τὸν αἰῶνα» (Ἰω. 14, 16) καὶ «… Αὐτὸς ὁδηγήσει ὑμᾶς εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν…» (Ἰω. 16, 13). Αὐτὴ ἡ ὑπόσχεση, ἡ ἐπαγγελία ὁλοκληρώνεται μὲ τὴν μεγάλη αὐτὴ γιορτή. Εἶναι, λοιπὸν ἡ Πεντηκοστὴ «… ἐπαγγελίας συμπλήρωσις καὶ προθεσμίας» καὶ «Πνεύματος ἐπιδημία καὶ ἐλπίδος ἐκπλήρωσις…».

Πέρα ἀπὸ τὰ θαυμαστὰ γεγονότα τῆς Πεντηκοστῆς, τὰ ὁποῖα οἱ Ἀπόστολοι, ἀλλὰ καὶ χιλιάδες κόσμου, εἶδαν καὶ ἄκουσαν, οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καὶ οἱ ὑμνογράφοι ἑρμηνεύοντας τὸ γεγονὸς τῆς Ἐπιφοιτήσεως δίνουν σ’ αὐτὸ καὶ ἄλλες διαστάσεις, τὶς ὁποῖες παρακάτω παραθέτομε γιὰ τὴν ὀρθότερη κατανόηση τῶν γεγονότων: «Γλώσσαις ἀλλογενῶν ἐκαινούργησας, Χριστέ, τοὺς σοὺς μαθητάς, ἳνα δι’ αὐτῶν σὲ κηρύξωσι…». Μὲ ξένες γλῶσσες ἐπριμοδότησες, Χριστέ, τοὺς μαθητές σου, ὥστε ἐνισχυμένοι μ’ αὐτὲς νὰ κηρύξουν τὸν λόγο σου σὲ ὅλα τὰ ἔθνη:

α) Ἡ καινουργία, λοιπόν, τῶν μαθητῶν: Οἱ δειλοὶ ἔγιναν ἄφοβοι, οἱ πενθοῦντες «χαρὰν ἔλαβον», οἱ ἀγράμματοι σοφίαν ἐδιδάχθησαν, οἱ ἁλιεῖς «θεολόγοι ἀνεδείχθησαν καὶ οὐρανομύσται καὶ πάνσοφοι»· «Οἱ ἀδύνατοι δυνατοὶ γεγόνασι» ἀκοῦμε νὰ ψάλλουν οἱ ἱεροψάλτες σήμερα.


β) Ἡ χορηγία: «Πάντα χορηγεῖ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον» διατρανώνεται ἐπίσης σήμερα στοὺς ἱεροὺς Ναούς.
Εἶναι «ὁ θησαυρὸς τῶν ἀγαθῶν καὶ ζωῆς χορηγός». «Βρύει προφητείας», «ἱερέας τελειοῖ… ὅλον συγκροτεῖ τὸν θεσμὸν τῆς Ἐκκλησίας.» Αὐτό, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἐνδημεῖ ἀπὸ τότε στὴν Ἐκκλησία, συνέχει καὶ συντηρεῖ Αὐτὴν καὶ τὴν ὁδηγεῖ εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν, ψάλλουν τὰ τρία πρῶτα στιχηρὰ τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς ἡμέρας.

γ) Ἡ ἀποκατάσταση καὶ θεραπεία τῆς συγχύσεως τῶν γλωσσῶν, ποὺ ἐπῆλθε ὡς τιμωρία «διὰ τὴν τόλμαν (γιὰ τὸ θράσος μᾶλλον) τῆς Πυργοποιΐας στὴ Βαβέλ». Τὴν ἄποψη αὐτὴ βρίσκομε πρῶτα στὸ Κοντάκιο τῆς ἡμέρας «Ὃτε καταβὰς τὰς γλῶσσας συνέχεε, διεμέριζεν ἔθνη ὁ Ὕψιστος· ὃτε τοῦ πυρὸς τὰς γλῶσσας διένειμεν εἰς ἑνότητα πάντας ἐκάλεσε…». Ὁμόνοια, εἰρήνη, παγκόσμια ἑνότητα διαβλέπουν οἱ ὑμνογράφοι στὸ γεγονὸς τῆς Πεντηκοστῆς. Ἐξάλειψη τῆς διχογνωμίας καὶ ὅλων τῶν συνεπειῶν αὐτῆς. Καινουργία ὅλου τοῦ κόσμου. Ἀκόμη εὐκρινέστερο εἶναι τὸ δοξαστικὸ τροπάριο τῶν Ἀποστίχων τοῦ Ἑσπερινοῦ, τὸ ὁποῖον καὶ παραθέτομε ὁλόκληρο πρὸς ἀπόλαυση τῶν ἀναγνωστῶν μας :

«Γλῶσσαι ποτὲ συνεχύθησαν, διὰ τὴν τόλμαν τῆς πυργοποιΐας·
γλῶσσαι δὲ νῦν ἐσοφίσθησαν, διὰ τὴν δόξαν τῆς θεογνωσίας.
Ἐκεῖ κατεδίκασε Θεὸς τοὺς ἀσεβεῖς τῷ πταίσματι·
ἐνταῦθα ἐφώτισε Χριστὸς τοὺς ἁλεῖς τῷ Πνεύματι.
Τότε κατειργάσθη ἡ ἀφωνία πρὸς τιμωρίαν·
ἄρτι καινουργεῖται ἡ συμφωνία,
πρὸς σωτηρίαν τῶν ψυχῶν ἡμῶν».

Τότε, στὴ Βαβέλ, «κατειργάθη» σχεδιάστηκε ἀπὸ τὴ θεία πρόνοια καὶ ἐπιβλήθηκε στὸν ἄνθρωπο ἡ ἀφωνία, ἡ ἀσυνεννοησία, γιὰ τιμωρία, γιὰ παίδευση καὶ βελτίωσή του.
Τώρα, στὴν Ἐκκλησία, «καινουργεῖτα» μὲ τὴν ἐπιφοίτηση ἡ συμφωνία, ἡ ὁμόνοια, ἡ εἰρήνη. Εἶναι ἡ Παγκοσμιοποίηση μὲ τὴν ὀρθή της ἔννοια, ὅπως, πρῶτοι οἱ ἀπόστολοι, μετὰ τὴ φώτισή τους, σὲ ὅλο τὸν κόσμο ἐκήρυξαν. Εἶναι ἡ παγκοσμιοποίηση, ποὺ «καινουργεῖ» τὰ ἔθνη μὲ τὴν ἰσότητα, τὴν δικαιοσύνη καὶ τὴν ἐλευθερία, προπάντων ὃμως μέ τήν ἀγάπη.  Ἡ παγκοσμιοποίηση ποὺ δὲν «κατεργάζεται», δὲν ἐξαφανίζει τοὺς λαούς, δὲν μηδενίζει τὸ ἄτομο, δὲ στραγγαλίζει τὰ ἔθνη.

Τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τὴν Καινουργία τοῦ κόσμου, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀλλαγὴ τῶν μαθητῶν, μιά ἀλλαγὴ ποὺ ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους πέρασε καὶ ἁπλώθηκε σὲ ὅλη τὴν Ἐκκλησία, βρίσκομε ἐπίσης στὰ τρία ἀπόστιχα τοῦ Ἑσπερινοῦ της Δευτέρας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος: «Νῦν περιβάλλονται κράτος οἱ Χριστοῦ ἐξ ὕψους ἀπόστολοι· ἐγκαινίζει γὰρ αὐτοὺς ὁ Παράκλητος ἐν αὐτοῖς καινιζόμενος…», καὶ «Νῦν τὸ Παράκλητον Πνεῦμα ἐπὶ πᾶσαν σάρκα ἐκκέχυται· Ἀποστόλων γὰρ χορείαις ἀρξάμενον, ἐξ αὐτῶν κατὰ μέθεξιν τοῖς πιστοῖς τὴν χάριν ἐφήπλωσε…».

Τὸ κατελθὸν τότε στοὺς ἀποστόλους Ἅγιον Πνεῦμα ἐνδημεῖ καὶ παραμένει στὴν Ἐκκλησία, τὴ συγκροτεῖ, τὴν ἐνισχύει καὶ τὴν ὁδηγεῖ «εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν». Αὐτὸ μετέβαλε τότε τοὺς μαθητὲς ἀπὸ ἀρνία ἄκακα σὲ «οὐρανοχάλκευτα ξίφη… ἀνιέρους συγκόψαντα», ἀγραμμάτους σὲ σοφούς, ἁλιεῖς ἀπαιδεύτους σὲ ἀετοὺς τῆς θεολογίας. Αὐτό, «τὸ ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ἐνδημοῦν Ἃγιον Πνεῦμα» ἀνέδειξε Ἀθανασίους, Βασιλείους, Γρηγορίους καὶ Χρυσοστόμους· στόματα πάγχρυσα τοῦ Λόγου, ἀλλὰ καὶ τῶν αἱρέσεων θέριστρα. Ποταμοὺς μελίρρυτους τῆς σοφίας, ἀλλὰ καὶ χειμάρρους ὁρμητικούς, τοὺς αἱρετικοὺς ἐξαλείφοντας.

Μεγάλη Βουλὴ τοῦ Θεοῦ, τὸ Σχέδιο τῆς θείας Οἰκονομίας γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, τὸ τρίπρακτο αὐτὸ δράμα, μᾶλλον τριλογία, ἔχει ὡς τελευταία πράξη του τὶς δύο μεγάλες Δεσποτικὲς γιορτὲς τοῦ Πεντηκοσταρίου, τὴν Ἀνάληψη, μὲ τὴν ὁποία ἀναβαίνει στὰ δεξιὰ τοῦ Πατρὸς ἡ ἀναστημένη καὶ ἀφθαρτοποιημένη ἀνθρώπινη φύση, καὶ τὴν Πεντηκοστή, τὴν συμπλήρωση καὶ ἐκπλήρωση τῆς θείας ἐπαγγελίας, τὴν ἐνδημία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα τὴν Ἐκκλησία. Ὑπενθυμίζουμε καὶ τὶς ἄλλες δύο πράξεις τῆς τριλογίας

Πράξη 1η Φανέρωση «Θεὸς Λόγος ἐπεφάνη ἐν σαρκὶ» (Εὐαγγελισμὸς – Χριστούγεννα – Θεοφάνεια.)
Πράξη 2η Ἀπελευθέρωση (Τὰ Πάθη καὶ ὁ Σταυρὸς – ὁ θάνατος καὶ ἡ ταφὴ – Ἡ ἀνάσταση καὶ ἀφθαρτοποίηση).
Πράξη 3η Ἀποκατάσταση (Ἀνάληψη στὰ δεξιὰ τοῦ Πατρὸς καὶ ἐνδημία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.)

Ἰδιαίτερα μεγάλη στὴν πραγμάτωση τοῦ θείου αὐτοῦ Σχεδίου εἶναι ἡ προσφορά, ἡ «ὑπουργία», τῆς Θεομήτορος Παναγίας, ὅπως αὐτὴ περιγράφεται στὰ δεκάδες χιλιάδες τροπάρια, τὰ ἀφιερωμένα σ’ αὐτήν, τὰ λεγόμενα Θεοτοκία, πολλὰ ἀπὸ τὰ ὁποῖα θὰ ἐρμηνεύσωμε στὴν παροῦσα προσπάθειά μας. Συγκλονιστικὸς εἶναι ὁ εἱρμὸς τῆς ἐνάτης ᾠδῆς τοῦ πεζοῦ κανόνος τῆς Πεντηκοστῆς, τόσο γιὰ τὸ περιεχόμενο, ὅσο καὶ γιὰ τὸ κάλλος του :

«Μὴ τῆς φθορᾶς διαπείρᾳ κυοφορήσασα
καὶ παντεχνήμονι Λόγῳ σάρκα δανείσασα,
Μῆτερ ἀπείρανδρε, Παρθένε Θεοτόκε,
δοχεῖον τοῦ ἀστέκτου, χωρίον τοῦ ἀπείρου
Πλαστουργοῦ σου, σὲ μεγαλύνομεν.»

Αὐτή, λοιπόν, (ἡ Θεομήτωρ) ποὺ ἀδιαφθόρως, ἀπειράνδρως, χωρὶς μεσολάβηση ἀνδρός, «ἐκυοφόρησε καὶ ἔτεκεν», ἐδάνεισε στὸν Παντεχνήμονα Δημιουργό τοῦ κόσμου «σάρκα καὶ ὀστᾶ καὶ αἷμα καὶ ψυχή», ὅλη τὴν ἀνθρώπινη φύση. Αὐτή εἶναι ὁ χῶρος, ὅπου χώρεσε ὁ ἄπειρος Θεός, ὁ ἀχώρητος παντί. Εἶναι τὸ δοχεῖο, ποὺ ἐστέγασε τὸν ἄστεκτο, αὐτὸν ποὺ οἱ οὐρανοὶ δὲν μποροῦν νὰ στεγάσουν. Τὸ ἔργο αὐτὸ τῆς Παναγίας, τὴν «ὑπουργία» της, τὴν προσωπικότητα καὶ τὶς ἀρετές της, ὑμνοῦν καὶ ἐκφράζουν οἱ πιστοὶ μὲ ἑκατοντάδες κοσμητικὰ ἐπίθετα, διαμάντια ἀληθινά, τὰ ὁποῖα συγκεντρώσαμε καὶ ἑρμηνεύσαμε στὸ ἔργο μας «Οἱ ἀδάμαντες τῆς Παντάνασσας», ἕνα ἔργο ὠφέλιμο γιὰ κάθε πιστὴ ψυχή.