Παρασκευή 22 Απριλίου 2022

5. Η ΜΕΓΑΛΗ ΒΟΥΛΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ - ΣΤΑΔΙΟΝ ΤΕΤΑΡΤΟΝ -- Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ


Α) Ὁ ἀφοπλισμὸς τοῦ Πονηροῦ καὶ ἡ συντριβὴ τοῦ Ἅδου.

Β) Ἡ ἀνάσταση τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἡ ἀφθαρτοποίησή του.

Γ) Ἡ ἀπελευθέρωση ἐκ τῶν δεσμῶν τοῦ θανάτου.

Δ) Ἡ εἰρήνευση τοῦ κόσμου.

Ε) Ἡ ἀποκατάσταση τοῦ ἀνθρώπου στὴν προπτωτική του θέση.

ΣΤ) Ἑρμηνεία λέξεων.

 

Α) Ὁ ἀφοπλισμὸς καὶ ἡ συντριβὴ τοῦ Ἅδη.

Καί

Αἱ ἐκ τοῦ Σταυροῦ καὶ τοῦ ἀνεῳγμένου τάφου εὐλογίαι.

Στὸ παρὸν Στάδιο (τέταρτο), οἱ ὕμνοι τῶν ἡμερῶν παίρνουν τὸν χαρακτήρα τοῦ θριάμβου, τοῦ Θουρίου καὶ τῆς δοξολογίας, χωρὶς νὰ παύσουν νὰ εἶναι καὶ διδακτικοί. Ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καὶ οἱ εὐλογίες ποὺ ἀπορρέουν, χάριν τοῦ ἀνθρώπου, ἀπὸ τὸν ἀνεωγμένο τάφο, ὅπως αὐτὲς διατυπώνονται στὰ παρατιθέμενα χωρία, ἀποτελοῦν τὴν Κεντρικὴ Ἰδέα, τὸ κεντρικὸ δίδαγμα, ὅλης τῆς Ὀρθόδοξης Ὑμνολογίας.

Συγκεκριμένα α) Ἡ συντριβὴ καὶ ὁ ἀφοπλισμὸς τοῦ Ἅδη, ποὺ τόσο φόβιζε τὸν ἄνθρωπο, β) Ἡ ἀνάσταση καὶ ἀφθαρτοποίηση τῆς ἀνθρώπινης φύσεως τοῦ Χριστοῦ, (καὶ συνεπῶς ὅλων τῶν ἀνθρώπων),    γ) Ἡ ἀπελευθέρωση ἀπὸ τὰ δεσμὰ τοῦ θανάτου, δ) Ἡ εἰρήνευση τοῦ ἀνθρώπου καὶ ε) Ἡ ἀποκατάσταση τοῦ ἀνθρώπου στὴν προπτωτική του θέση, εἶναι τὰ κύρια διδάγματα, ποὺ ἐπαναλαμβάνονται δεκάδες φορὲς στοὺς ὕμνους τῶν ἡμερῶν, χωρὶς νὰ κουράζουν, ἐπειδὴ τόσο ἡ λογοτεχνική τους ἀρτιότητα, ὅσο καὶ ἡ θεολογική τους πληρότητα, ἐπενδυμένες καὶ μὲ τὴν ἔνθεη μουσική, σαγηνεύουν τὸν πιστό.

Ἰδιαίτερη ἀναφορὰ θὰ γίνει, στὸ τέταρτο αὐτὸ Στάδιο, στὴν Ὑπουργὸ τῆς Μεγάλης Βουλῆς τοῦ Θεοῦ, Αὐτὴν ποὺ ἡ Θεία Πρόνοια ἐπέλεξε καὶ προετοίμασε ὡς θεῖο ὄργανο γιὰ τὴν ἐφαρμογὴ τῆς ΜΕΓΑΛΗΣ ΒΟΥΛΗΣ. Ἡ προσωπικότητα δηλ. καὶ τὸ ἔργο τῆς Θεοτόκου, ὅπως περιγράφονται σὲ μυριάδες ὕμνους, κυρίως ὅμως στὰ Θεοτοκία, τὰ ἰδιαίτερα γι’ αὐτὴν τροπάρια, στὰ ὁποῖα βρίσκει κανεὶς ἀτίμητους ἀδάμαντες, μὲ τοὺς ὁποίους οἱ ὑμνογράφοι ἐτίμησαν τὴν Παναγία μας, καὶ τὴν προσφορά της στὸ Θεῖο Σχέδιο.

Ἡ προσφορά αὐτἠ τῆς Θεοτόκου δηλώνει τή συμμετοχλη τοῦ ἀνθρώπου στήν ἐφαρμογή τῆς Μεγάλης Βουλῆς τοῦ Θεοῦ. Ἐνεργεῖ δηλαδή ἡ Θεοτόκος ὡς ἐκπρόσωπος τῆς ἀνθρωπότητος.

« Ἐγκωμίων Ὠδή », τὴν ὁποία προσωπικὰ ἀφιερώσαμε στὴν Θεοτόκο και θὰ συμπληρώνει τὰ παρατιθέμενα χωρία, εἶναι μία ὠδὴ μὲ 98 στροφές, περιεχόμενο τῆς ὁποίας εἶναι ἡ προσωπικότητα, οἱ ἀρετές, τὸ ἔργο καὶ ἡ προσφορά της στὸ Θεῖο Σχέδιο. Ψάλλεται σὲ ἦχο πλάγιο τοῦ Δευτέρου, κατὰ τὸ «Μεθ’ ἡμῶν ὁ Θεός…». Μέ τήν προσθήκη τῆς ᾠδῆς στό τέλος ὁλοκληρώνεται τό παρόν Τέταρτο Στάδιο  

« Αἱ ἐκ τοῦ ἀνεωγμένου τάφου ἀπορρέουσαι εὐλογίαι » 

Α΄) Ἡ συντριβὴ τοῦ Ἅδου 

1) «Ἅδης Σοι προσπελάσας καὶ τοῖς ὀδοῦσι μὴ σθένων συντρῖψαι τὸ σῶμα Σου, τὰς σιαγόνας τέθλασται· ὅθεν, Σωτὴρ τὰς ὀδύνας λύσας τοῦ θανάτου ἀνέστης τριήμερος» 

 «Ὁ θάνατος πέρασε ἀπὸ πάνω σου (ὡς ὕπνος)· γιατί μὴν ἔχοντας τὴ δύναμη νὰ συντρίψει τὸ σῶμα Σου μὲ τὰ δόντια του, σπάσανε τὰ σαγόνια τοῦ (ἀφοπλίστηκε). Γιὰ τοῦτο καί, Σωτήρα μας, ἀφοῦ κατήργησες τὶς ὀδύνες τοῦ θανάτου  ἀναστήθηκες τριήμερος».

 

2) «Ἀνέστης ὡς ἀθάνατος ἀπὸ τοῦ Ἅδου, Σωτήρ… ἔθραυσας ἐν ἰσχύει τοῦ θανάτου τὸ κράτος, ἔδειξας, ἐλεῆμον, τὴν ἀνάστασιν πᾶσι…». 

 «Ἀναστήθηκες, Σωτήρα μας ἀπὸ τὰ δεσμὰ τοῦ Ἅδου… συνέτριψες μὲ τὴ (θεϊκὴ) δύναμή Σου τὴ δύναμη τοῦ θανάτου, καὶ δίδαξες ὁλοφάνερα σὲ ὅλο τὸν κόσμο τὴν ἀνάσταση».

 

3) «Δεῦτε ἀγαλλιασώμεθα τῷ Κυρίῳ τῷ συντρίψαντι θανάτου τὸ κράτος καὶ φωτίσαντι ἀνθρώπων τὸ γένος».

 «Ἐλᾶτε, (πιστοὶ) νὰ χαροῦμε γιὰ τὸν Κύριό μας, ὁ ὁποῖος (μὲ τὴν ἐκ νεκρῶν Ἀνάστασή του) συνέτριψε τὴν δύναμη τοῦ θανάτου καὶ ἐφώτισε ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος».

 

4) «… ἐσκύλευσας τὸν ᾋδην, μὴ πειρασθείς ὑπ’ αὐτοῦ· ὑπήντησας τῇ Παρθένῳ δωρούμενος τὴν ζωήν, ὁ Ἀναστάς ἐκ τῶν νεκρῶν, Κύριε…» 

 «… Κύριε· Ἐσὺ ποὺ ἀπὸ τούς νεκροὺς ἀναστήθηκες, αἰχμαλώτισες τὸν ᾋδη (ἀφόπλισες) (στὴ σύγκρουσή Σου μ’ αὐτόν), χωρὶς καν σὲ ἀγγίσει· συνάντησες τὴν Παρθένο (τὴν μητέρα Σου) καὶ σαρκώθηκες, χαρίζοντας ἔτσι τὴ ζωὴ (σ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους».

 

5) « Θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν, ᾋδου τὴν καθαίρεσιν, ἄλλης βιοτῆς, τῆς αἰωνίου, ἀπαρχήν…» 

 «  (Σήμερα, ἡμέρα τοῦ Πάσχα) γιορτάζουμε τὸν θάνατο τοῦ θανάτου, τὸ γκρέμισμα τοῦ Ἅδου, τὴν ἀρχὴ (γιορτάζουμε) μιᾶς ἄλλης ζωῆς, τῆς αἰωνίου…»

 

6) « Θανάτῳ θάνατος λυθείς κεῖται δείλαιος, ἂπνους· τῆς ζωῆς γὰρ μὴ φέρων τὴν ἔνθεον προσβολήν, νεκροῦται ὁ Ἰσχυρός, καὶ δωρεῖται πᾶσιν ἡ Ἀνάστασις…» 

« Ὁ θάνατος, ὁ ὁποῖος μὲ τὸν θάνατο τοῦ Χριστοῦ καταλύθηκε, κείτεται (τώρα) δείλαιος, ἄθλιος, χωρὶς πνοή· νεκρός. Διότι, μὴ δυνάμενος νὰ ἀντέξει τὴν θεϊκὴ ἐπίθεση τῆς ζωῆς (τοῦ Θεοῦ), νεκρώνεται ὁ Δυνατὸς (θεωρούμενος Ἰσχυρός, ὁ Διάβολος), καὶ χαρίζεται σὲ ὅλους ἡ Ἀνάσταση».

 

7) «… Ἰδοὺ γὰρ ὁ Ἐμμανουὴλ τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν τῷ Σταυρῶ προσήλωσε καὶ ζωὴν ὁ διδούς, θάνατον ἐνέκρωσε, τὸν Ἀδὰμ ἀναστήσας ὡς φιλάνθρωπος». 

«… γιατὶ νὰ· ὁ Ἐμμανουὴλ τὶς δικές μας ἁμαρτίες τὶς προσήλωσε στὸν Σταυρό, καὶ χαρίζοντας ζωὴ θανάτωσε τὸν θάνατο καὶ ἀνάστησε τὸν Ἀδὰμ ὡς φιλάνθρωπος».

 

8) «Κατῆλθες ἐν τοῖς κατωτάτοις τῆς γῆς καὶ συνέτριψας μοχλοὺς αἰωνίους, κατόχους πεπεδημένων, Χριστέ…» 

«Κατέβηκες, Χριστέ, ὡς τὰ κατώτατα μέρη τῆς γῆς (στὸν Ἅδη) καὶ συνέτριψες ἐκεῖ τὶς αἰώνιες ἀμπάρες, ποὺ κρατοῦσαν φυλακισμένους (νεκροὺς ἀνθρώπους)».

 

9) «Κέκριται τοῦ θανάτου ἡ τυραννὶς διὰ ξύλου, ἀδίκῳ θανάτῳ Σου κατακριθέντος Κύριε· ὅθεν ὁ ἄρχων τοῦ σκότους σου μὴ κατησχύσας δικαίως ἐκβέβληται». 

 «Κύριε. Ἡ τυραννίδα τοῦ θανάτου καταδικάστηκε καὶ ἐξαλείφθηκε, ἐπειδὴ καὶ Σὺ ἀδίκως καταδικάστηκες. Γι’ αὐτὸ ὁ ἄρχων τοῦ σκότους, ὁ Διάβολος, ἐπειδὴ δὲν μπόρεσε νὰ ὑπερισχύσει πάνω Σου, δικαίως ἀποβλήθηκε».

 

10) «Κύριε· ὅπλον κατὰ τοῦ Διαβόλου τὸν Σταυρόν Σου ἡμῖν δέδωκας· φρίττει γὰρ καὶ τρέμει μὴ φέρων καθορᾶν αὐτοῦ τὴν δύναμιν, ὅτι νεκροὺς ἀνιστᾷ καὶ θάνατον κατήργησε…» 

 «Κύριε· ὅπλο κατὰ τοῦ Διαβόλου μᾶς χάρισες τὸν Σταυρό Σου, φοβᾶται καὶ τρομάζει αὐτός μήν ἀντέχοντας  νὰ βλέπει τὴν δύναμή Του, γιατί ὁ Σταυρὸς νεκροὺς ἀνασταίνει καὶ τὸν αἰώνιο θάνατο καταργεῖ…»

 

11) «… Τῇ γὰρ ἀναστάσει Σου, Χριστέ, διεσπάραξας τοῦ θανάτου τὰ σπάργανα…» 

 «… Διότι μὲ τὴν ἀνάστασή Σου Χριστέ, κατακομμάτιασες τὰ σπάργανα τοῦ θανάτου (θανάτωσες τὸν θάνατο)»

 

12) «Τῆς Ἀναστάσεως τὸ φῶς ἐξέλαμψε τοῖς ἐν σκότει τοῦ θανάτου καὶ σκιᾷ καθημένοις, ὁ Θεός μου Ἰησοῦς καὶ τῇ αὐτοῦ θεότητι τὸν Ἰσχυρὸν δεσμεύσας, τούτου τὰ σκεύη διήρπασε». 

 «Τὸ φῶς, τὸ κήρυγμα τῆς Ἀνάστασης, ὁ Θεός μου ὁ Ἰησοῦς ὁ ἴδιος, διέλαμψε καὶ κατεφώτισε ἐκείνους ποὺ διαβιοῦσαν στὸ σκότος τῆς ἀγνωσίας, στὴ σκιὰ καὶ τὸ φόβο τοῦ θανάτου, ἀλλὰ ἀκόμα, Αὐτὸς (ὁ Ἰησοῦς) μὲ τὴν θεϊκή του δύναμη, ἐδέσμευσε τὸν Ἰσχυρὸ (τὸν Διάβολο) καὶ τὸν ἀχρήστευσε τελείως ἀφοπλίζοντας τὸν».

 

13) «… Τὸν ᾋδην ἐσκύλευσας καὶ τὸν ἄνθρωπον ἀνέστησας, Χριστέ, τῇ ἀναστάσει Σου…» 

 «Χριστὲ καὶ Θεέ μας! μὲ τὴν Ἀνάστασή σου ὄχι μόνον αἰχμαλώτισες τὸν Ἅδη, ἀλλὰ καὶ τὸν ἄνθρωπο ἀνέστησες μαζί σου…»

 

14) «Τῷ Σταυρῷ Σου τὴν εἰρήνην εὐαγγελισάμενος καὶ κηρύξας αἰχμαλώτοις, Σωτήρ μου, τὴν ἄφεσιν, τὸν κρατοῦντα ἤσχυνας, Χριστέ, γυμνὸν ἠπορημένον δείξας τῆ ἐγέρσει Σου…» 

 «Χριστὲ καὶ Σωτήρα μου!  Ὅταν τὸ εὐχάριστο μήνυμα τῆς εἰρήνευσης στοὺς αἰχμαλώτους ἔφερες καὶ κήρυξες σ’ αὐτοὺς τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν, τὸν Ἰσχυρὸ (τὸν Διάβολο) τότε τὸν ντρόπιασες, ἀποδεικνύοντας μὲ τὴν ἀνάστασή Σου ὅτι αὐτὸς εἶναι γυμνὸς καὶ ἀνήμπορος».

 

15) «Τῷ Σῷ Σταυρῷ, Χριστὲ Σωτήρ, θανάτου κράτος λέλυται, καὶ διαβόλου ἡ πλάνη κατήργηται...» 

 «Χριστὲ καὶ Σωτήρα μας! Μὲ τὸν Σταυρικό Σου θάνατο, τοῦ θανάτου ἡ δύναμη καταλύθηκε, ἀλλὰ καὶ ἡ πλάνη τοῦ διαβόλου καταργήθηκ

 

Β) «Ἡ Ἀνάσταση τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἡ ἀφθαρτοποίησή του» 

1) «… Ἀνέστης τριήμερος, Σωτήρ, καὶ ἤγειρας Ἀδὰμ ἐκ τῆς φθορᾶς» 

 «… ἀναστήθηκες ἀπὸ τοὺς νεκροὺς τριήμερος, Σωτήρα μας, καὶ ἔσωσες τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν φθορά…»

 

2) «Δεῦτε πόμα πίωμεν καινόν, οὐκ ἐκ πέτρας ἀγόνου τερατουργούμενον, ἀλλ’ ἀφθαρσίας πηγὴν ἐκ τάφου ὀμβρήσαντος Χριστοῦ, ἐν ᾧ στερεούμεθα». 

 «Ἐλᾶτε, πιστοί, ἂς πιοῦμε τώρα ἕνα καινούργιο νερὸ ποὺ δὲν ἀναβλύζει μὲ θαυματουργικὸ τρόπο ἀπὸ βράχο (ὅπως τότε στὴν ἔρημο), ἀλλὰ ἀπὸ τὸν τάφο τοῦ Χριστοῦ, καὶ πίνοντας αὐτὸ τὸ ποτὸ θὰ στεριώσουμε, θὰ σωθοῦμε» (στὸ «ζῶν ὕδωρ» ἀναφέρεται, στὴ Θεία Κοινωνία στὸ ὕδωρ τῆς ἀφθαρσίας)

 

3) «… καὶ διὰ πάθους τὸ θνητὸν ἀφθαρσίας ἐνδύει εὐπρέπειαν, ὁ μόνος εὐλογητὸς τῶν πατέρων Θεὸς καὶ ὑπερένδοξος». 

 «… καὶ μὲ τὰ Ἅγια Πάθη του (ὁ Χριστὸς) ἐνδύει τὸν ἄνθρωπο μὲ τὸ εὐπρεπὲς ἔνδυμα τῆς ἀφθαρσίας, ὁ μοναδικὸς τῶν πατέρων μας Θεός, ὁ ὑπερένδοξος».


4) «Ὁ Σταυρός Σου, Κύριε, ζωής καὶ ἀνάστασις ὑπάρχει τῷ λαῷ Σου…» 

 «Κύριε· ὁ Σταυρικός Σου θάνατος εἶναι ἀνάσταση καὶ αἰώνια ζωὴ γιὰ τὸν πιστὸ λαό Σου…»

 

5) «Σαρκὶ ὑπνώσας ὡς θνητὸς ὁ βασιλεὺς καὶ κύριος, τριήμερος ἐξανέστης Ἀδὰμ ἐγείρας ἐκ φθορᾶς καὶ καταργήσας θάνατον· Πάσχα τῆς ἀφθαρσίας τοῦ κόσμου σωτήριον» 

 «Ἀφοῦ (γιὰ μικρὸ χρονικὸ διάστημα) νεκρώθηκες κατὰ τὴν ἀνθρώπινη φύση Σου, Σὺ ὁ βασιλεὺς καὶ Κύριός μας, μετὰ ἀπὸ τρεῖς ἡμέρες ἀναστήθηκες, καὶ ἀπὸ τὸν τάφο βγῆκες, ἀνασταίνοντας καὶ τὸν Ἀδὰμ (ἄνθρωπο) ἀπὸ τὴν αἰώνια φθορά, καὶ προσέτι κατάργησες τὸν αἰώνιο θάνατο. Αὐτὸ εἶναι τὸ ἀληθινὸ Πάσχα. Τὸ Πάσχα ποὺ ἀφθαρτοποιεῖ καὶ σώζει τὸν κόσμο».

 

6) «Σταυρωθείς ὡς ἠβουλήθης, Χριστέ, καὶ τὸν θάνατον τῇ ταφῇ Σου σκυλεύσας, τριήμερος ἀνέστης ὡς Θεός, ἀφθαρσίαν τῷ κόσμῳ δωρούμενος καὶ τὸ μέγα ἔλεος». 

 «Ὅταν, ὅπως ἐσὺ τὸ θέλησες Χριστέ μας, σταυρώθηκες καὶ μὲ τὴν ταφή σου αἰχμαλώτισες τὸν θάνατο, τότε ὡς Θεὸς παντοδύναμος ἀπ’ τοὺς νεκροὺς ἀναστήθηκες χαρίζοντας ἔτσι στὸν κόσμο τὴν ἀφθαρσία καὶ τὸ μέγα σου ἔλεος».

 

7) «Σύ μου τὸ θνητὸν ἀθανασίαν ἐνέδυσας, οἰκτίρμον, τῇ ἐγέρσει Σου…» 

 «Σύ, οἰκτίρμον Χριστέ, μὲ τὴν ἀνάστασή Σου, τὴ θνητότητά μου μὲ ἀθανασία τὴν ἒντυσες…»

 

8) «Τῆ θεϊκῆ Σου δυνάμει, Χριστέ, δι’ ἀσθενείας σαρκός, τὸν Ἰσχυρὸν κατέβαλες, καὶ νικητὴν με θανάτου, Σῶτερ, δι’ Ἀναστάσεως ἀνέδειξας…» 

 «Μὲ τὴν θεϊκή Σου δύναμη, Χριστέ, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν ἀδυναμία τῆς ἀνθρώπινης φύσεως, τὸν Ἰσχυρὸ (τὸν Διάβολο) στὴ σύγκρουσή Σου μ’ αὐτὸν τὸν κατενίκησες, καὶ μὲ τὴν Ἀνάστασή Σου, Σωτήρα μου, ἐμένα μὲ ἀνέδειξες νικητὴν τοῦ θανάτου…»

 

9) «… τὸ φθαρτὸν δὲ Σου πρὸς ἀφθαρσίαν μετεστοιχείωσας καὶ ἀφθάρτου ζωῆς ἔδειξας πηγὴν ἐξ ἀναστάσεως, φιλάνθρωπε, σωτὴρ ἡμῶν». 

 «… τὴ φθαρτὴ ἀνθρώπινη φύση Σου σὲ ἄφθαρτη τὴν μετέτρεψες μὲ τὴν ἀνάστασή Σου, Σωτήρα μας φιλάνθρωπε, καὶ προσέτι γνώρισες σὲ ὅλους τὴν πηγὴ τῆς ἄφθαρτης ζωῆς»

 

10) «Ὦ Δέσποτα τῶν ἁπάντων… διὰ Σταυροῦ παθών, ἐμοὶ ἀπάθειαν ἐπήγασας… ἀναστάς δὲ τοῦ μνήματος ἀφθαρσίαν τῷ κόσμῳ ἐδωρήσω…» 

 «Κυρίαρχε τῶν πάντων, μὲ τὸν Σταυρικό Σου θάνατο, τὴν ἀθανασία ἐπήγασες σ’ ἐμένα… καὶ ὅταν ἀπὸ τὸν τάφο ἀναστήθηκες, χάρισες τὴν ἀφθαρσία σὲ ὅλον τὸν κόσμο…»

  

Γ) Ἡ ἀπελευθέρωση ἐκ τῶν δεσμῶν τῆς ἀρᾶς. 

1) «Ἀνέστη Χριστὸς ἐκ νεκρῶν λύσας θανάτου τὰ δεσμά…» 

 «Ἀναστήθηκε ὁ Χριστὸς ἀπὸ τοὺς νεκρούς, καταλύοντας μὲ τὴν ἀνάστασή του τὰ δεσμὰ τοῦ θανάτου…»

 

2) «Κατέλυσας τῷ Σταυρῷ Σου τὸν θάνατον, ἠνέῳξας τῷ ληστῇ τὸν Παράδεισον…» 

 «Μὲ τὸν σταυρικό Σου θάνατο, Κύριε, κατέλυσες τὸν θάνατο, καὶ (προσέτι) στὸν ληστὴ (τὸν μετανοήσαντα) ἄνοιξες τὶς πύλες τοῦ Παραδείσου»

 

3) «Κατῆλθες ἐν τῷ ᾋδη, Χριστέ… καὶ ἐσκύλευσας τὸν θάνατον… καὶ ἀνέστης τριήμερος συναναστήσας τὸν Ἀδὰμ ἐκ τῶν τοῦ Ἅδου δεσμῶν καὶ τῆς φθορᾶς…» 

 «Κατέβηκες (νεκρὸς) στὸν Ἅδη, Χριστέ, καὶ αἰχμαλώτισες τὸν θάνατο … καὶ ἀναστήθηκες τριήμερος ἀνασταίνοντας μαζί Σου καὶ τὸν Ἀδὰμ ἀπὸ τὰ δεσμὰ τοῦ ᾋδη καὶ ἀπὸ τὴ φθορά…»

 

4) «Κύριε, ἀνελθών ἐν τῷ Σταυρῷ τὴν προγονικὴν ἡμῶν κατάραν ἐξήλειψας, καὶ ἐν τῷ ᾋδη κατελθών τοὺς ἀπ’ αἰῶνος δεσμίους ἠλευθέρωσας, ἀφθαρσίαν δωρούμενος τῷ γένει τῶν ἀνθρώπων…» 

 «Κύριε, μὲ τὸν Σταυρικό Σου θάνατο ἐξάλειψες τὴν προγονική μας κατάρα, καὶ μὲ τὴν ταφή Σου ἀπελευθέρωσές τούς ἀπὸ αἰώνων στὸν Ἅδη δεσμίους, χαρίζοντας ἔτσι ἀφθαρσία στὸ ἀνθρώπινο γένος…»

 

5) «Νίκην ἔχων, Χριστέ, τὴν κατὰ τοῦ ᾋδου, ἐν τῷ Σταυρῷ ἀνῆλθες, ἳνα τοὺς ἐν σκότει θανάτου καθημένους συναναστήςῃς σεαυτῷ…» 

 «Ἂν καὶ ἤσουν νικητὴς τοῦ ᾋδου, Χριστέ, (ὡς Θεὸς παντοδύναμος) ἐντούτοις δέχθηκες τὸν Σταυρικὸ θάνατο, γιὰ νὰ ἀναστήσεις μαζί Σου ἐκείνους, ποὺ διαβιοῦσαν στὸ σκότος τοῦ θανάτου».

 

6) «Ὁ ἐκ Θεοῦ Πατρὸς Λόγος πρὸ τῶν αἰώνων γεννηθείς… βουλήσει σταύρωσιν θανάτου ὑπέμεινε καὶ τὸν πάλαι νεκρωθέντα ἄνθρωπον ἔσωσε διὰ τῆς ἑαυτοῦ ἀναστάσεως». 

 «Ὁ γεννηθείς ἀπὸ τὸν Πατέρα Θεὸ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ μὲ τὴ θέλησή του σταυρικὸ θάνατο ὑπέμεινε, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν ἀνάστασή του τὸν νεκρωθέντα ἀπὸ παλιὰ ἄνθρωπο ἔσωσε…»

 

7) «Ὁ ἐξ ἀκανθῶν στέφανον ἐκ παρανόμων χειρῶν, οὗτος ὁ Θεὸς ἡμῶν σωματικῶς δεδεγμένος τὴν κατάραν ἔλυσεν…» 

 «… (ὁ δεχθείς εἰς τὴν κεφαλὴν του) στέφανον ἐξ ἀκανθῶν ἀπὸ χέρια παράνομα, αὐτὸς ὁ ἀληθινὸς Θεός μας, μὲ τὰ δεμένα χέρια του ἔλυσε τὴν (προγονικὴ) κατάρα…»

 

8) «Πάσχα Κυρίου·  ἐκ γὰρ θανάτου πρὸς ζωὴν καὶ ἐκ γῆς πρὸς οὐρανὸν Χριστός, ὁ Θεὸς ἡμᾶς διεβίβασεν…» 

 «Πάσχα Κυρίου! Ἀπελευθέρωση· διότι ὁ Χριστός, ὁ ἀληθινὸς Θεός, μετέφερε ἐμᾶς ἀπὸ τὸν θάνατο πρὸς τὴν αἰώνια ζωὴ καὶ ἀπὸ τὴν γῆ πρὸς τὸν οὐρανό!»

 

9) «Προσήλωσας ἐν Σταυρῶ τὰς ἡμῶν ἁμαρτίας, οἰκτίρμον, καὶ τῷ σῷ θανάτῳ θάνατον ἐνέκρωσας καὶ τεθνεῶτας ἀνέστησας, Χριστέ…» 

 «Οἰκτίρμον Χριστέ! Προσήλωσες στὸ Σταυρὸ τὶς δικές μας ἁμαρτίες, καὶ μὲ τὸν δικό Σου θάνατο τὸν θάνατο ἐνέκρωσες καὶ τοὺς νεκροὺς ἀνέστησες…»

 

10) «Τὴν ἐκ νεκρῶν Σου ἀνάστασιν δοξολογοῦμεν, Χριστέ, δι’ ἧς ἡμᾶς ἠλευθέρωσας ἐκ τῆς τοῦ ᾋδου τυραννίδος καὶ ἐδωρήσω τῷ κόσμῳ ζωὴν αἰώνιον καὶ τὸ μέγα ἔλεος» 

 «Δοξολογοῦμε, Χριστέ, τὴν ἀπὸ τοὺς νεκροὺς ἀνάστασή Σου, μὲ τὴν ὁποία ἀπελευθέρωσες ἐμᾶς ἀπὸ τὴν τυραννίδα τοῦ θανάτου, καὶ προσέτι ἐδώρησες στὸν κόσμο τὴν αἰώνια ζωὴ καὶ τὸ μέγα Σου ἔλεος»

 

11) «Τοῖς ἐν ᾋδη καταβὰς Χριστὸς αὐτοῖς εὐηγγελίσατο… θαρσεῖτε, λέγων, ἐγὼ εἰμὶ ἡ ἀνάστασις· ἐγὼ ὑμᾶς ἀνάξω, λύσας θανάτου τὰς πύλας». 

 «Ὅταν ὁ Χριστὸς κατέβηκε στοὺς νεκρούς τοῦ ᾋδη, ἀνήγγειλε σαυτοὺς χαρμόσυνη εἴδηση λέγοντας… ἔχετε θάρρος· μὴ φοβᾶσθε πλέον. Ἐγὼ εἶμαι ἡ ἀνάσταση, ἐγὼ θὰ σᾶς ὁδηγήσω πάλι πίσω στὴ ζωή, γκρεμίζοντας τὶς πύλες τοῦ θανάτου».

 

12) «Τῷ ἐκουσίῳ καὶ ζωοποιῷ Σου θανάτῳ, Χριστέ, πύλας τοῦ ᾋδου συντρίψας ὡς Θεός, ἤνοιξας ἡμῖν τὸν πάλαι Παράδεισον· καὶ ἀναστάς ἐκ τῶν νεκρῶν ἐρρύσω ἐκ φθορᾶς τὴν ζωὴν ἡμῶν…» 

 «Μὲ τὸν ἑκούσιο καὶ ζωοποιό Σου θάνατο, Χριστέ, ἀφοῦ, ὡς παντοδύναμος Θεός, συνέτριψες τὶς πύλες τοῦ ᾋδη, ἄνοιξες γιὰ χάρη μας τὸν ἀρχαῖο Παράδεισο· καὶ προσέτι μὲ τὴν ἐκ νεκρῶν ἀνάστασή Σου ἔσωσες ἀπὸ τὴν αἰώνια φθορὰ τὴν δική μας ζωή…»

 

13) «Τῷ πάθει Σου, Χριστέ, παθῶν ἠλευθερώθημεν

καὶ τῇ ἀναστάσει Σου ἐκ φθορᾶς ἐλυτρώθημεν…» 

 «Μὲ τὸ δικό Σου Πάθος, Χριστέ, ἀπὸ τὰ Πάθη μας ἐλευθερωθήκαμε,

καὶ μὲ τὴν ἐκ νεκρῶν ἀνάστασή Σου, ἀπὸ αἰώνια φθορὰ λυτρωθήκαμε…»

 

14) «Χθὲς συνεθαπτόμην Σοι, Χριστέ,

συνεγείρομαι σήμερον ἀναστάντι Σοι…» 

 «Χθὲς μαζί Σου θάφτηκα, Χριστέ,

σήμερα μαζί Σου, ποὺ ἀπὸ τοὺς νεκροὺς ἀναστήθηκες, ἀνασταίνομαι…»

 

15) «Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν θανάτῳ θάνατον πατήσας,

καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος» 

 «Ὁ Χριστός, ἀφοῦ μὲ τὸν θάνατό του συνέτριψε καὶ κατεπάτησε τὸν θάνατο ἀπὸ τοὺς νεκροὺς ἀναστήθηκε, χαρίζοντας μὲ τὴν ἀνάστασή του

τὴν αἰώνια ζωὴ καὶ στοὺς ἀπὸ αἰώνων νεκρούς».

  

Δ) Ἡ εἰρήνευση τοῦ κόσμου 

1) «… εἰρήνευσας δὲ τὸ γένος ἡμῶν τῇ  ἐγέρσει Σου, Χριστὲ ὁ Θεός, δόξα Σοι»


«… καὶ μὲ τὴν ἀνάστασή Σου εἰρήνευσες τὸ γένος μας, Χριστὲ καὶ Θεέ μας· δοξασμένος νὰ εἶσαι»

 

2) «… ἐκτεταμέναις παλάμαις ἐπὶ Σταυροῦ πατρικῆς ἐπλήρωσας εὐδοκίας, ἀγαθὲ Ἰησοῦ, τὰ σύμπαντα…» 

 «ἀγαθὲ Ἰησοῦ!  μὲ ἁπλωμένα τὰ χέρια Σου πάνω στὸ Σταυρὸ γέμισες τὰ Σύμπαντα μὲ πατρικὴ εὐδοκία…»

 

3) «… ἐν δὲ τῇ ἐγέρσει σου ἐφώτισας τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων…» 

 «… καὶ μὲ τὴν ἀνάστασή Σου ἐφώτισας ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος …»

 

4) «Ἐξέχεε τὸν ἰὸν ὁ ὄφις ἀκοαῖς τῆς Εὕας… Χριστὸς δὲ ἐν τῷ ξύλῳ τοῦ Σταυροῦ ἐπήγασε τῷ κόσμῳ τῆς ζωῆς τὸν γλυκασμόν…» 

 «Ὁ ὄφις (ὁ πονηρὸς) ἔβγαλε ἀπὸ τὸ στόμα του τὸ δηλητήριο στὰ αὐτιὰ τῆς Εὕας… ὅμως ὁ Χριστὸς μὲ τὸν Σταυρικό του θάνατο ἐπήγασε γιὰ χάρη τοῦ κόσμου τὸν γλυκασμὸ τῆς αἰώνιας ζωῆς».

 

5) «Ἡ ἀνάστασίς Σου, Χριστὲ Σωτήρ, ἅπασαν ἐφώτισε τὴν οἰκουμένην, καὶ ἀνεκαλέσω τὸ ἴδιον πλᾶσμα…»

 «Ἡ ἐκ νεκρῶν ἀνάστασή Σου, Χριστὲ καὶ Σωτήρα μας, ὅλη τὴν οἰκουμένη τὴν ἐφώτισε, καὶ προσέτι (μὲ αὐτὴν) ἀνεκάλεσες ἀπὸ τὴν αἰώνια καταδίκη τὸ δικό Σου πλᾶσμα (τὸν ἄνθρωπο)».

 

6) «Ὁ τὸν Ἅδην σκυλεύσας καὶ τὸν ἄνθρωπον ἀναστήσας τῇ ἀναστάσει Σου Χριστέ, εἰρήνευσον ἡμῶν τὴν ζωήν, Κύριε…» 

 «Ἐσὺ Χριστὲ καὶ Κύριε, ποὺ μὲ τὴν ἀνάστασή Σου καὶ τὸν Ἅδη αἰχμαλώτισες καὶ τὸν ἄνθρωπο ἀνέστησες, εἰρήνευσε τώρα καὶ τὴ δική μας ζωὴ»

 

7) «Σὺ ἀνελθών ἐπὶ ξύλου ὑπὲρ ἡμῶν ὀδυνᾶσαι ἑκουσίως, εὔσπλαχνε Σωτήρ· καὶ φέρεις πληγὴν εἰρήνης πρόξενον καὶ σωτηρίας τοῖς πιστοῖς, δι’ ἧς τῷ Σῷ, ἐλεῆμον, πάντες κατηλλάγημεν Γεννήτορι» 

«Εὔσπλαχνε Σὺ σωτήρα μας! Μὲ τὴν ἑκούσια Σταύρωσή Σου γιὰ χάρη μας ὑποφέρεις καὶ πονᾶς· καὶ πληγώνεσαι καὶ ἡ πληγή σου αὐτὴ εἶναι ποὺ φέρνει στοὺς πιστοὺς εἰρήνη καὶ σωτηρία μὲ τὴν ὁποία ὅλοι ἐμεῖς εὔσπλαχνε Σωτήρα μας, συμφιλιωθήκαμε μὲ τὸν Πατέρα Σου»

 

8) «… ταπεινῶν ὑψώθη κέρας ἐν τῇ σῇ ἀναστάσει, Χριστὲ» 

  «… Μὲ τὴ δική Σου ἀνάσταση, Χριστέ, ἀνυψώθηκαν οἱ ταπεινοὶ ἄνθρωποι».

 

 Ἀποκατάσταση στὴν προπτωτικὴ θέση 

1) «Ὑψώθης τὴν ἡμετέραν ἔκπτωσιν ἐπανορθούμενος ἐν τῷ ἀχράντῳ ξύλῳ τοῦ Σταυροῦ, τὴν ἐν ξύλῳ ἰώμενος πανωλεθρίαν, Δέσποτα, ὡς ἀγαθὸς καὶ παντοδύναμος». 

 «Κύριε, ὑψώθηκες στὸ ἄχραντο ξύλο τοῦ Σταυροῦ, γιὰ νὰ ἐπανορθώσεις τὴν δική μας πτώση, θεραπεύοντας (συγκεκριμένα) τὸ μεγάλο σφάλμα τῆς παρακοῆς (φάγωμα ἀπαγορευμένου καρποῦ), ἐπειδὴ καὶ ἀγαθὸς εἶσαι καὶ παντοδύναμος».

 

2) «Φυλάξας τὰ σήμαντρα σῶα, Χριστέ, ἐξηγέρθης τοῦ τάφου,... καὶ ἀνέωξας ἡμῖν Παραδείσου τὰς πύλας…» 

 «Ἀναστήθηκες ἀπὸ τὸν τάφο, Χριστέ, φυλάσσοντας ἄθικτα τὰ σημάδια τῆς ταφῆς, καὶ μὲ τὴν Ἀνάστασή σου ἄνοιξες σ’ ἐμᾶς τὶς πύλες τοῦ παραδείσου»

 

3) «Χριστὸς ἐκ νεκρῶν ἐγήγερται… τὴν καταφθαρεῖσαν φύσιν τοῦ γένους ἡμῶν ἐν ἐαυτῷ ἀνεκαίνισεν… οὐκ ἔτι, θάνατε, κυριεύεις·  ὁ γὰρ τῶν ὅλων Δεσπότης τὸ κράτος Σου κατέλυσε» 

 «Ὁ Χριστὸς ἔχει ἀναστηθεῖ ἀπὸ τοὺς νεκρούς … (καὶ μὲ τὴν ἀνάστασή του) τὴν ὁλοσχερῶς φθαρεῖσα ἀνθρώπινη φύση ἀναζωογόνησε· Ἐσύ, θάνατε, δὲν μᾶς φοβίζεις πιά, διότι ὁ κυρίαρχος πάντων, ὁ Χριστός, τὴν δύναμή Σου τὴν κατέλυσε».


4) «Ἀνέστης, Χριστέ, ἐκ τοῦ τάφου καὶ τὸν πεπτωκότα τῇ ἀπάτῃ διὰ ξύλου ἀνορθώσω θείᾳ δυνάμει…» 

 «Ἀναστήθηκες ἀπὸ τὸν τάφο, Χριστέ, καὶ μὲ τὴ θεία δύναμή Σου τὸν ἐξαπατηθέντα καὶ πεπτωκώτα διὰ τοῦ ἀπηγορευμένου καρποῦ, τὸν ἀνόρθωσες στὴ θέση του»

 

5) «Ἐν τῷ Σταυρῷ ὑψωθείς, οἰκτίρμον, τοῦ Ἀδὰμ τὸ χειρόγραφον ἐξήλειψας καὶ ἔσωσας ἐκ πλάνης ἅπαν τὸ γένος τῶν βροτῶν…» 

 «Μὲ τὸν σταυρικό Σου θάνατο, οἰκτίρμον Χριστέ, διέγραψες τὸ χρέος τοῦ Ἀδάμ, καὶ ἀπὸ τὴν πλάνη ἔσωσες τὸ ἀνθρώπινο γένος…»

 

6) «Κέκριται τοῦ θανάτου ἡ τυραννὶς διὰ ξύλου ἀδίκῳ θανάτῳ Σου κατακριθέντος Κύριε· Ὅθεν ὁ ἄρχων τοῦ σκότους σοῦ μὴ κατισχύσας δικαίως ἐκβέβληται». 

 «Κύριε· ὅταν ἐσὺ καταδικάστηκες σὲ ἄδικο σταυρικὸ (διὰ ξύλου) θάνατο, (τότε ἀκριβῶς) κατακρίθηκε (καταλύθηκε) ἡ τυραννίδα τοῦ θανάτου, γι’ αὐτὸ ὁ ἄρχοντας τοῦ σκότους, ἐπειδὴ δὲν μπόρεσε νὰ σὲ νικήσει, δικαίως ἀποβλήθηκε».

 

7) «Ἡ ταφή Σου, Δέσποτα, Παράδεισον ἤνοιξε τῷ γένει τῶν ἀνθρώπων…» 

 «Ἡ τριήμερη ταφή Σου, Κύριε, ἄνοιξε τὶς πύλες τοῦ παραδείσου γιὰ τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων…»


8) «Πεφώτισται τὰ σύμπαντα τῇ ἀναστάσει Σου, Κύριε, καὶ ὁ Παράδεισος πάλιν ἠνέῳκται…» 

 «Μὲ τὴν ἀνάστασή Σου, Κύριε, εἶχε καταφωτισθεῖ ὅλη ἡ κτίση, καὶ προσέτι ὁ Παράδεισος πάλι ἀνοίχθηκε… (χάριν τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ) »

 

9) «… ταφὴν δὲ κατεδέξω τριήμερον, ἳνα ἡμᾶς ἐλευθερώσῃς τῶν παθῶν…» 

 «… καὶ προσέτι εὐδόκησες νὰ δεχθεῖς τριήμερη ταφή, γιὰ νὰ ἀπελευθερώσεις ἐμᾶς ἀπὸ τὴ δουλεία τῶν παθῶν…»

 

10) «Ἡ ζωοδόχος σου ἔγεσις, Κύριε, τὴν οἰκουμένην πᾶσαν ἐφώτισε, καὶ τὸ ἴδιον πλάσμα φθαρὲν ἀνεκαλέσατο…» 

 «Ἡ ζωοδόχος ἀνάστασή Σου, Κύριε, κατεφώτισε ὅλη τὴν κτίση, καὶ τὸ δικό Σου πλᾶσμα, τὸν ἄνθρωπο, ποὺ μακριά Σου ἐφθάρη, τὸ ἐκάλεσε πάλι κοντά Σου»

 

11) «… Χριστὸς γὰρ ὁ Σωτὴρ ἡμῶν τῷ σταυρῷ προσήλωσε τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν, καὶ τὸν θάνατον νεκρώσας ζωὴν ἡμῖν ἐδωρήσατο…» 

 «… διότι ὁ Σωτήρας μας Χριστός, προσήλωσε στὸ Σταυρὸ τὶς δικές μας ἁμαρτίες, καὶ πάλι μὲ τὸ σταυρὸ καὶ τὴν ἀνάστασή του, ἀφοῦ νέκρωσε τὸν θάνατο, μᾶς χάρισε τὴν αἰώνια ζωή…»

 

ΜΕΓΑΛΗ ΒΟΥΛΗ ΣΤΑΔΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ:  ΑΝΑΣΤΑΣΗ

Ἑρμηνεία λέξεων

1) ἀνάγω. Ὁδηγῶ πίσω κάποιον, ἀνεβάζω (σηκώνω) κάποιον ποὺ ἔπεσε, ἀνασταίνω, σηκώνω

2) ἀνακαινίζω, ἀνα+καινίζω, καινουργῶ, κάνω καινούργιο κάτι ποὺ πάλιωσε, βελτιώνω.

3) ἀνακαλῶ, ἀνάκληση. Καλῶ πίσω, ἀλλάζω γνώμη, μετανιώνω. Ἀνάκληση τοῦ Ἀδάμ, ἀποκατάσταση τοῦ ἀνθρώπου στὴν προπτωτική του κατάσταση.

4) δείλαιος, ἄθλιος, ταλαίπωρος, δυστυχής· ἀνήμπορος, ἀξιοθρήνητος, νεκρός, ἂπνους.

5) ἔκπτωση, ἐκπίπτω, ἐκπεσών. Πτώση ἀπὸ ἀξίωμα, ἐκδίωξη, ἀνατροπή, ἀπομάκρυνση. Πέφτω ἔξω, ἀνατρέπομαι, πλανῶμαι, ἁμαρτάνω. Ἐκπεσών Ἀδάμ, ὁ ἐκδιωχθείς Ἀδάμ, ἡ παρακοή του.

6) ἐξαλείφω. Ἀφαιρῶ τὸ ἀλειφθέν, καθαρίζω, σβήνω τελείως, ἐξαφανίζω, ἐξολοθρεύω.

7) Εὐαγγελίζομαι. Φέρνω καλὴ εἴδηση, δίνω εὐχάριστη ὑπόσχεση.

8) ζωὴν ὁ διδούς. Ὁ Ζωοδότης (Ὑμν.) ὁ Χριστός.

9) Ζωοδόχος, Ζωηφόρος.  ὁ/ἡ δεχόμενος/η τὴν ζωήν, ἡ Παναγία ἐπειδὴ δέχθηκε τὴ ζωὴ στὰ σπλάχνα της, ὁ/ἡ φέρων-ουσα ζωήν.

10) θραύβω, σπάζω, συντρίβω, κομματιάζω, τσακίζω.

11) ἰός, πᾶν τὸ ριπτόμενον, δηλητήριο, μοχθηρία, μίσος.

12) ἰσχυρός, ὁ ἔχων ἰσχύν, δύναμιν, Ὑμν. πολλὲς φορὲς ἐννοεῖ τὸν διάβολο, τὴν συντριβεῖσα ἀπὸ τὴν Ἀνάσταση δύναμή του.

13) καθαίρεσις, κατακρήμνηση, κατεδάφιση, ἀνατροπή, ἀφαίρεση ἀξιώματος.

14) κράτος, δύναμη, ἐξουσία, διακυβέρνηση, πολιτεία μὲ νόμους. Κραταιός, ὁ δυνατός, ὁ ἰσχυρός, ὁ ἐξουσιάζων.

15) λύω, καταλύω, διαλύω, ἀφαιρῶ δεσμούς, λύνω, ἐλευθερώνω, διαλύω, κομματιάζω κάτι, καταργῶ, παραβαίνω.

16) μεταστοιχειόω –ῶ, μεταβάλλω κάτι ὡς πρὸς τὴν οὐσία του, ἀλλάζω τὰ συστατικά του.

17) Νίκην ἔχω κατὰ τινος. Εἶμαι νικητὴς σὲ σύγκρουση μὲ κάποιον, τὸν νικῶ.

18) ὀδύνη (ἡ), πόνος σωματικὸς ἢ ψυχικός, θλίψις, πόνος, πληγή προξενοῦσα πόνον.

19) οἱ καθήμενοι ἐν σκότει καὶ σκιᾷ θανάτου. Οἱ ἀγνοοῦντες τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ, οἱ παραβαίνοντες αὐτόν, οἱ ἁμαρτωλοί, οἱ ἀγνοοῦντες τὴν ἀλήθεια, ἀπολίτιστοι.

20) οἰκτιρμός, οἰκτίρω, εὐσπλαχνία, συμπάθεια, συμπονῶ, λυποῦμαι, ἐλεῶ (τινὰ)

21) ὄμβρος, ὀμβρέω-ω, βροχὴ ραγδαία, μπόρα μὲ βροντές, βρέχω

22) πειράζομαι ὑπὸ τινος, ἐνοχλοῦμαι, δοκιμάζομαι.

23) πόμα, πόμα καινόν, πιοτό, κάθε τί ποὺ πίνεται, καινούργιο πιοτὸ (Ὑμν. ἡ θεία κοινωνία)

24) προγονικὴ ἀρά, Ὑμν. τὴν ἀρά, τὴν κατάρα, τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος ἐννοεῖ.

25) Προσηλόω-ω, καρφώνω, προσηλώνω (καρφώνω κάτι μὲ ἥλους) προσήλωσις, κάρφωμα, ἀκινητοποίηση.

ἧλος, καρφί, πρόκα

26) προσπελάσας, προσπέλασις, μετ. τοῦ προσπελάζω, ἔρχομαι πλησίον τινός, προσεγγίζω, προσέγγισις, πλησίασμα

27) ρύομαι (ρύω) τραβῶ τινὰ πλησίον μου, τὸν σώζω, ἐξαγοράζω, διασώζω, ὑπερασπίζομαι

28) σήμαντρα (τά), σημάδια, ἴχνη, χνάρια.

29) σκυλεύω, ἀφαιρῶ τὰ ὄπλα τοῦ ἀντιπάλου, τὸν ξεγυμνώνω, ξεγυμνώνω νεκρό.

30) σπαράττω-σσω, διασπαράττω, κατασπαράττω, ξεσχίζω, κομματιάζω, καταξεσχίζω.

31) τὰς σιαγόνας θλῶμαι, τσακίζονται τὰ σαγόνια μου, ἀχρηστεύονται τὰ δόντια μου.

32) χειρόγραφον (τὸ) τοῦ Ἀδάμ, (ἡμῶν), χρεωστικὸ ἔγγραφο, γραμμάτιο, χρέος.